ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Βιβλιοθήκη, Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011
ΑΠΕΝΑΝΤΙ
Νόμισα πως την είδα μετά σαν λάμψη. Τα πόδια της ήταν σβηστά απομακρυσμένα καράβια. Φαίνεται ένα όνειρο μακρύ, σαν κατάρτι. Τα όνειρα είναι πάντα εδώ.
Υπάρχει ένα σπίτι και τα συναντάς πίσω απ' το τζάμι που κάνει τα πρόσωπα να χαμογελούν. Εξω απ' το παράθυρό του στέκει η ζωή με απορία -ήταν εκεί βρεγμένη.
Γιατί η ζωή θα συνεχιστεί μετά τα κείμενα και παρά τα κείμενα, αλλά εξαιτίας τους. Η ζωή θα συνεχιστεί, γιατί καθόταν εκεί βρεγμένη.
Ακουσα τα κουμπιά απ' το φόρεμά της να ανοίγουν, βγήκαν πουλιά. Μπήκαν μέσα στα μάτια μου, ένα ένα. Στερεώθηκαν στα μάτια μου χιλιάδες πουλιά σαν βελόνες και κοιτούν που καθόταν εκεί βρεγμένη.
Η γυναίκα που ήταν ο κόσμος κρατούσε ένα κερί. Περπάτησε με κόπο μες στα χαλάσματα με ανοιχτό στήθος στη σκουριασμένη πλευρά. Στάθηκε λίγο πίσω από τις κουρτίνες, προστατεύοντας τη φλόγα με την παλάμη της. Να κόψεις τον ήλιο με τα δόντια σου και να τον μοιράσεις, να έχει λίγο φως η ζωή, της φώναξα. Κάνει πολύ σκοτάδι εδώ ύστερα από τόσες λέξεις.
Γύρισε και με κοίταξε. Σαν καμένο ξύλο ήταν το πρόσωπό της και ερχόταν κατευθείαν από τη λήξη του χρόνου. Με κοίταξε με τα αθάνατα μάτια της, σαν τροφή. Τι λέξεις; Οι λέξεις είναι αναλωμένη αξία. Οταν τις γράφεις, αραιώνει το βάρος τους. Σημασία έχει να τις ζεις, είπε και ο κόσμος τελείωσε.
Εμφανίστηκε μετά ο τραγουδιστής Γκάλαχερ κρεμασμένος από ένα λυπημένο σόλο. Το κόκκινο καρό πουκάμισό του ήταν γυρισμένο στους αγκώνες και είχε μια μικρή, ανεξήγητη τρύπα στο μέρος της καρδιάς. Εβγαλε το τζιν μπουφάν του και κάθησε. Εκεί είναι ο κόσμος, και έδειξε ψηλά με το δάχτυλο κάτι πορτοκαλί πιτσιλιές σαν μέλλον μέσα στο μαύρο. Οταν θα βγει ο ήλιος να περιμένεις εκεί. Γιατί εκεί είναι ο κόσμος που ξεκινά και είναι μετά τον κόσμο που τελείωσε, έρχεται.
Με αυτή την τρομακτική βεβαιότητα κινήθηκα. Και άκουσα το κυνηγητό από πίσω μου των ανθρώπων που δεν θα φτάσουν γιατί είχαν πεθάνει νωρίς, αλλά συνέχισαν να επιδίδονται σε έναν θάνατο αναρίθμητο, επίμονο και θηριώδη. Ακολουθούσαν τον θάνατό τους αθάνατοι - γιατί οι νεκροί δεν πεθαίνουν άλλο.
Και ήταν λιωμένα σίδερα σαν εμετός.
Πήρα τη γυναίκα, που ήταν ο κόσμος, από το χέρι και την οδήγησα. Τη στέγνωσα, που σχεδιάζει και επιθυμεί να ζήσει. Εγινε ήλιος στο τέλος του διαδρόμου. Και γέννησε ήλιο. Ενας στρατός από ήλιους έκανε τώρα παρέλαση στην επιφάνεια της γης. Μικροί, κόκκινοι ήλιοι, σαν κραυγές ζωής ανέτελλαν και έδυαν προς τα εκεί όπου ήταν χτισμένος ο κόσμος. Και συνεχιζόταν, όπως συνεχίζεται η ροή του αίματος σε έναν οργανισμό.
Ο κόσμος έγινε ο οργανισμός των ανθρώπων και οι άνθρωποι ο οργανισμός του κόσμου.
Τελικά ήλιος είναι η αρχή που φλέγεται.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΤΗ ΣΤΗΛΗ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
http://www।enet.gr/?i=issue.el.home&date=05/11/2011&id=323259
2 σχόλια:
Πόσο πιο πολύ θα με εκπλήσσεις ακόμη με το έυρος του κόσμου που ξημερώνει μέσα σου;
Όσο έχω ακόμη τη δύναμη, την θέληση της δύναμης, τον χρόνο επιλογής, την επιλογή του χρόνου και το κουράγιο. Δηλαδή, από μια μέρα ακόμη έως και την αιωνιότητα.
Σ' ευχαριστώ.
Δημοσίευση σχολίου