Ο Σταύρος Σταυρόπουλος μιλάει στην Ραδιοτηλεόραση για το νέο βιβλίο του "Πιο νύχτα δεν γίνεται", εκδ. Οξύ
«Πιο νύχτα δεν γίνεται – Σημειώσεις για το τέλος του ανθρώπινου μύθου». Κύριε Σταυρόπουλε, πιο σκοτεινός τίτλος δεν γίνεται…
Ζούμε το τέλος μιας πολύ μακράς περιόδου, είναι φυσικό. Μιλάμε για ένα τέρμα χρόνου. Ξέρετε, η λογοτεχνία δεν υπόσχεται κάτι, μόνο διαπιστώνει. Διαθέτει τον εαυτό της για να αποκαλυφθεί ο λόγος. Τουλάχιστον, η λογοτεχνία που εγώ έχω στο μυαλό μου. Υπάρχει ένας συμπερασματικός λόγος – σχεδόν οριστικός.
Δεν έχει τόσο σημασία ότι η εποχή που γράφεται το συγκεκριμένο βιβλίο είναι σκοτεινή, όσο ότι η ματιά μου την επαληθεύει. Ταυτίζεται με το σκοτάδι της, την συμφωνεί. Είναι μια αφήγηση εμού του ιδίου, με αφορμή το εγώ, εκ μέρους μου. Που όμως έχει κοσμικό χαρακτήρα.
Ο συγγραφέας νομίζει ότι είναι το βιβλίο του. Δεν είναι. Είναι πάντα κάτι αόριστα φωτεινό που προσπαθεί να φτάσει. Και αυτό το κάτι, έχει, εν μέρει, σχέση με την εποχή του.
«Αυτό που υπερασπίζονται αυτά τα κείμενα είναι η ιδέα του φωτός στην πιο απόλυτα σκοτεινή εκδοχή του. Μέσα στο πέπλο της νύχτας που είναι μνήμη» - λέτε στην εισαγωγή σας…
Το πιο φωτεινό μέρος είναι εκείνο που δεν σου επιτρέπει να δεις όσα γνωρίζεις. Για να φτάσεις εκεί, αναθεωρείς διαρκώς. Βυθίζεσαι στο σκοτάδι του εαυτού σου. Αυτό κάνει αυτό το βιβλίο: Δεν είναι μια ιστορική καταγραφή ενός τέλους, δηλαδή, ενός γεγονότος που έχει ήδη τελεστεί και αποτελεί πια εγκυκλοπαιδικό λήμμα, αλλά μια αναγγελία σε βιβλικό τόνο.
Οι άνθρωποι μεγαλώνουν με ιδιότητες, φυσικές και επίκτητες, τις οποίες βαθμιαία εξελίσσουν, στις κοινωνίες που ζουν. Εγώ βλέπω έναν κόσμο που καταρρέει, γιατί καταρρέουν οι άνθρωποι που τον συγκροτούν. Φθίνουν. Είμαστε στο σημείο μιας προϊούσας σήψης.
Στην αρχή υπήρχε σκοτάδι. Εξ αυτού προέκυψε φως και μετά λόγος. Φθάνουμε προς το τέλος, εκεί που ο κύκλος κλείνει. Στο σημείο ενός μηδέν. Στη λογοτεχνία, για να επικαλεστείς τα πράγματα, χρειάζεται να μεσολαβήσει η μνήμη. Αφηγείσαι μια ιστορία για να την θυμηθείς, για να την κάνεις να υπάρξει ξανά. Το βιβλίο αυτό ασχολείται με το μετά. Είναι σα να σου έχουν μείνει τα κόκκαλα στο χέρι. Ο θάνατος έχει ήδη προηγηθεί.
«Στον έρωτα, σε διαλέγει ο θάνατος. Για να τον ζήσεις, πεθαίνεις», γράφετε κάπου…
Δεν υπάρχει λύση σ’ αυτό. Κάθε «αληθινή» ζωή κρύβει μέσα της την αγωνία του θανάτου. Ο έρωτας είναι ένας εκπυρσοκροτισμός. Ένα βεγγαλικό που διέσχισε τον ουρανό και μετά έπεσε . Καλείσαι να τον τολμήσεις. Να πατήσεις τη σκανδάλη. Είτε στρέφοντας την κάννη προς τον εαυτό σου, είτε στρέφοντάς την προς τον άλλον. Η ζωντανή απόδειξη του έρωτα είναι το πτώμα που αφήνει.
Αυτό διακριβώνει την ύπαρξή του. Πιστοποιεί την τραγική του αντίφαση: Λες και όλα γεννήθηκαν για να ζήσουν μετά το θάνατό τους…
Φαντάζομαι πως γράφετε πάντα νύχτα. Με ένα ποτό δίπλα σας. Με τζαζ και ροκ μουσικές να στοιχειώνουν το δωμάτιο…
Η ροκ μουσική είναι για μένα κάτι περισσότερο από έμπνευση: Είναι περιουσιακό στοιχείο. Θα έλεγα ότι η λογοτεχνία μου τής οφείλει πολλά. Όπως, άλλωστε, και στη νύχτα. Τη νύχτα οι χρόνοι των ρημάτων αλλάζουν και οι λέξεις βγαίνουν από τις θήκες τους. Πάνοπλες, απειλητικές, διαθέσιμες.
Μου αρέσει αυτό. Μου αρέσει όπως συμβαίνει.
Ραδιοτηλεόραση, τχ 2177
4-10 Νοεμβρίου 2011
(συνέντευξη στην Τίνα Πανώριου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου