Πέμπτη 30 Μαρτίου 2017

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΘΗΛΥΚΟΣ


Σε ένα παιχνίδι σκιών που αφήνουν πίσω τους οι εξαφανίσεις. Το «Πράξη Εξαφάνισης» είναι το τέλος του κύκλου αυτού του έργου που ουσιαστικά αφορά «τη γυναίκα που ήταν ο κόσμος». Για τον Σταυρόπουλο, η εξαφάνιση αφορά στον κόσμο, «τον κόσμο που είναι θηλυκός». Ο κόσμος συνδέεται με το γυναικείο σώμα, έχοντας εκείνα τα όργανα αναπαραγωγής που χρειάζονται για να γεννηθεί κάτι νέο. Τα ποιήματά του θρηνούν αυτή την εξαφάνιση, όμως το τέλος ενέχει και ψήγματα αισιοδοξίας καθώς συνδέεται με μια άλλη μορφή του κόσμου.

[Στην εκπομπή «Φταίνε τα Τραγούδια», Στο Κόκκινο Ρόδου 103.7, η Μίκα Ντάκα συνομίλησε με τον ποιητή & πεζογράφο Σταύρο Σταυρόπουλο με αφορμή την «Πράξη Εξαφάνισης», την τελευταία του δουλειά που αποτελεί μέρος ενός έργου 8 βιβλίων που κυκλοφόρησαν από το 2011, με πρώτο το «Πιο νύχτα δεν γίνεται».]




Δευτέρα 27 Μαρτίου 2017

Η ΑΛΛΗ ΕΠΟΧΗ


Μια συνέντευξη στον Διονύση Μαρίνο και στο amagi radio (27.5.2016) για την εκπομπή "Τα παιδιά του Μπόρχες". Κατά τον δαίμονα εαυτού. Με πρίγκιπες. Των βιβλίων, του ροκ εν ρολ και άλλους αν- ύπαρκτους. 

[ΥΓ.Για όσους ζητούν μετ' επιτάσεως το εξαντλημένο ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ, ΜΙΚΡΕ ΠΡΙΓΚΙΠΑ, σ' αυτήν την συνέντευξη περιέχονται αρκετά αποσπάσματα από το βιβλίο - που πρόκειται να κυκλοφορήσει εκ νέου σύντομα, σε μια οριστική, τρίτη έκδοση.]



Τετάρτη 15 Μαρτίου 2017

ΣΤΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ


Χθες στου Ζωγράφου. Δυό πιθαμές βήματα από κει που βρισκόταν ο κόσμος. Στα απομεινάρια μιας ανεπιβεβαίωτης ανάμνησης. Έζησα 12 ψεύτικες ζωές εδώ για να καταφέρω να πεθάνω τελικά απ' την αλήθεια της πραγματικότητας. Ο χώρος, ένα πανίσχυρο τοπόσημο φορτωμένο με ιστορικό βάρος, σαν αρχιτεκτονικό θαύμα μιας εποχής, στολίδι για την περιοχή του Ζωγράφου. Στην παρουσίαση του βιβλίου της Πέλας δεν είδα πουθενά τον Ίωνα Δραγούμη. Εκ των υστέρων του είπε: "Σου τάραξα τη ζωή σου". Το έχω ακούσει κι εγώ, λίγο μετά τον εν ψυχρώ φόνο μου: "Λυπάμαι που αισθάνεσαι έτσι". Επρόκειτο προφανώς για ένα δαφορετικό "Ανκόρ", ένα Deja vu. Στο τέλος πήρα τον Καλημέρη απ' το μπράτσο, φορούσε το αδιάβροχο πορτοκαλί μπουφάν με τις τρύπες, και κατηφορήσαμε τον γνωστό δρόμο προς την κεντρική λεωφόρο, για το Avec 4. Δεν υπήρχε ίχνος ζωής εκεί, δεν είχαν απομείνει παρά ερείπια. Νόμιζα πως βρισκόμουν στην διαλυμένη Γερμανία, λίγο μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Μεσολάβησαν 8 μπύρες για 12 κεριά. Μετά ο Κώστας είπε την φράση κλειδί: "Ήθελε να είναι με τον Τζιμ Μόρισον χωρίς να είναι ποτέ." 

Θυμήθηκα τότε όλον αυτόν τον ευφάνταστο μύθο της "μεγάλης αγάπης" της Πάμελα Σούζαν Κούρσον για τον Τζιμ, όταν εκείνο το μοιραίο φεγγάρι του Απρίλη του 71, ο Μόρισον πήγε να ζήσει πάλι μαζί της στο Παρίσι, κάνοντας μια νέα αρχή και την βρήκε να συζεί, ανανεώνοντας τον μεγάλο της έρωτα για τον κόμη Jean de Breteuil, με τον 21χρονο κληρονόμο μιας τεράστιας περιουσίας, που διασκέδαζε με το να κυκλοφορεί στον περίγυρο των σταρ και να απολαμβάνει ό,τι μπορούσε από σάρκα, χάπια, σκόνες και διασημότητα, μοστράροντας το κύριο προσόν του: να ταΐζει τον ροκ περίγυρο, ιδίως τις γυναίκες, με ηρωίνη μέχρι κωματώδους αναισθησίας. Θυμήθηκα με ποιό ακριβώς τρόπο - και με ένα μόλις βιβλίο (!), η Μάτση Χατζηλαζάρου απέκτησε τον τίτλο "η μεγαλύτερη ελληνίδα ποιήτρια", έχοντας εγκαταλείψει, ξαφνικά και αναπάντεχα τον Ανδρέα Εμπειρίκο, για τα μάτια ενός νέου ποιητή, του Ανδρέα Καμπά, που γνώρισε στην οικογενειακή τους στέγη, στις γνωστές συναντήσεις της Πέμπτης. Για να συνεχίσει έπειτα, ακάθεκτη με τον ανηψιό του Πικάσο, Χαβιέρ Βιλατό και με τον Κορνήλιο Καστοριάδη. Θυμήθηκα μια ακόμα παρεκτροπή της πραγματικότητας και τον τρόπο που αντιμετωπίζεται, ακόμα και σήμερα, αυτός ο μεγάλος ποιητής με το όνομα Τεντ Χιούζ, στον μύθο που κυκλοφορεί για την αυτοκτονία της Σύλβια Πλαθ. Θυμήθηκα, ξέχασα, ξαναθυμήθηκα. Ξαναξέχασα.

Μετά δεν είχα να θυμηθώ άλλα. Ούτε να ξεχάσω. Δεν υπήρχε τίποτα πουθενά. Κατεβήκαμε στην κενή λεωφόρο, με την απελπισία κρεμασμένη στο μανίκι και έβαλα τον Καλημέρη μέσα σε ένα κενό ταξί. Εγώ ανέβηκα στην κενή μου μηχανή και έφυγα. Προς ένα κενό μέλλον.

ΣΤΑΥΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ

[Χθες, Τρίτη 14 Μαρτίου, στο Μουσείο Μαρίκας Κοτοπούλη, στην παρουσίαση του βιβλίου "Ανκόρ", εκδ. Καστανιώτη, της Πέλας Σουλτάτου. Και με τον Ίωνα Δραγούμη απόντα.]






Σάββατο 11 Μαρτίου 2017

ΕΙΠΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΠΩΣ ΔΕΝ ΗΣΟΥΝ ΠΟΤΕ ΕΔΩ





Της Διώνης Δημητριάδου

Το παράδοξο των αντιθέσεων εισβάλλει ορμητικά στον ποιητικό λόγο του Σταύρου Σταυρόπουλου. Και διεκδικεί τη θέση του στη θέαση του κόσμου. Λέξεις που σε αιφνιδιάζουν, με σκληρό περίβλημα, το οποίο είναι έτοιμο να αυτοκαταργηθεί, μόλις υποψιαστείς πως η ουσία δεν είναι οι λέξεις (ποτέ δεν ήταν) αλλά το σώμα που εμπεριέχουν αυτές.

Αυτή η ποίηση έχει σώμα

Εύκολα το προσδιορίζεις συλλέγοντας σκηνές από πάλλοντα ερωτικό σπασμό, εντοπίζοντας και απομονώνοντας λέξεις με το φορτίο του πάθους. Ωστόσο, δεν είναι ερωτική ποίηση παραδόξως. Τουλάχιστον με τον τρέχοντα κοινό ορισμό της. Εκεί που πας να παρασυρθείς από τη σκηνοθεσία του ποιητή (απόλυτη στις σκηνικές επιταγές της) αντιλαμβάνεσαι αίφνης ότι ο θίασος επί σκηνής (αυτός των δύο ατόμων) σε οδηγεί έξω από τα θεατρικά δρώμενα, σε μια άλλη όψη της ζωής. Το σώμα, επομένως, θα πρέπει αλλού να αναζητηθεί. Στο βάρος των εικόνων, στην αίσθηση της αφής (παντοδύναμη αυτή έτσι κι αλλιώς) που διατρέχει το διάβασμά σου. Μια ποίηση που την αγγίζεις, όχι μόνον γιατί σου φέρνει αναπόφευκτα στον νου δικά σου πράγματα, αλλά κυρίως γιατί κατορθώνει να σου δείξει περίοπτα τον κόσμο του ποιητή.

Αυτή η ποίηση έχει όραμα

Ενώ, όμως, μοιάζει να πατάει γερά σ’ αυτόν τον κόσμο, ξαφνικά ανατρέπει τα δεδομένα της και σε οδηγεί έξω απ’ αυτόν. Η ποίηση αυτή, λοιπόν, έχει και όραμα. Αρνούμενη αυτό που βλέπει γύρω της, ψάχνει την αλήθεια μιας επόμενης κοσμικής εικόνας. Με κυρίαρχη τη μορφή της γυναίκας. Μα, πώς μπορεί να γίνει αυτό; Ήδη οι οριοθετήσεις με βάση το φύλο διαμορφώνουν την εικόνα του κόσμου, λειτουργούν πίσω από τις λέξεις που χρησιμοποιούμε με τη σαφή πρόταξη του αρσενικού στη δομή της σκέψης μας (καθοδηγούμενη σοφά από τη γραμματική-αρωγό κάθε ανισότητας) και με την ερωτική πράξη να αποδεικνύει κάθε φορά την απόλυτη κυριαρχία του ανώτερου αρσενικού. Ή μήπως δεν είναι έτσι ακριβώς;

Αυτή η ποίηση έχει άποψη

Συνειδητοποιείς την ανατροπή των όρων, μια έσωθεν προερχόμενη ανακατάταξη. Μια αναμέτρηση με τα υπάρχοντα στερεότυπα, που η ίδια η φύση αρνείται. Γιατί, όπως φαίνεται, ο κόσμος έχει θηλυκή φύση. Μια διαδικασία γέννησης του καινούργιου που υλοποιείται μόνον μέσω του θηλυκού μηχανισμού. Εκεί η φύση τελειούται, ολοκληρώνει τον σκοπό της, που εμπεριέχεται -κατά το αριστοτελικό- στην αρχική ιδέα ή γενεσιουργό αιτία. Ο στόχος είναι και η εμπεριεχόμενη σ’ αυτόν εκπλήρωση του στόχου, ένα και το αυτό. Αυτή η θηλυκή παρουσία στα ποιήματα αποδεικνύεται κυρίαρχη, τουλάχιστον στη σκέψη του ποιητή. Σαν μια γυναίκα ή πολλές γυναίκες, χωρίς αυτό να έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού περισσότερο λειτουργεί σαν μια εικόνα αρχετυπική που κυκλώνει τον άνδρα/ποιητικό υποκείμενο από παντού. Πότε έχει όνομα, πότε είναι η γυναίκα σύμβολο της αχαλίνωτης ερωτικής επιθυμίας, που δεσπόζει στη συνεύρεση, πότε πάλι η απουσία της είναι τόσο δυνατή και εμφανής σαν παρουσία. Σε όλες τις περιπτώσεις είναι συνυφασμένη με το μυστήριο. Μια κρυπτική φύση που αφήνει αναγνώσιμα ίσως μόνο τα σημάδια της συνουσίας για τον αρσενικό σύντροφο, που μέσα απ’ αυτά ερμηνεύει τη συνολική παρουσία/απουσία. Αρκούν όμως αυτά; Ή, για να τεθεί καλύτερα το ερώτημα, αυτή η συνουσία μήπως πράγματι αποκαλύπτει τον κόσμο της γυναίκας, αλλά μόνο για όποιον επικεντρώσει το βλέμμα του σ’ αυτά όχι για το εμφανές αλλά για το -απείρως βαθύτερο- δυσδιάκριτο;

«Ό,τι κι αν κάνω
Δεν θα μάθω ποτέ
Πώς νιώθει κάποια σαν κι εσένα
Με ολόκληρο ζωολογικό κήπο μέσα της
Θαμπά μεσάνυχτα
Στο κέντρο μιας πόλης
Γεμάτης κάγκελα
Και με κατεβασμένο το εσώρουχο»

Ποίηση της απουσίας

Η ποίηση αυτή εμπεριέχει την απουσία, την εξαφάνιση. Μιας γυναίκας; Της γυναίκας; Των ανθρώπων; Του κόσμου, όπως τον ξέρουμε; Ο τίτλος της συλλογής σ’ αυτό παραπέμπει. Μια πράξη εξαφάνισης, η οποία μπορεί να έχει συντελεσθεί ήδη, οπότε ο ποιητής τη βιώνει και την καταγράφει, ή αλλιώς πρόκειται να συντελεσθεί με τη συμβολή του. Η εξαφάνιση και ακολούθως η εμφάνιση του νέου, ο επαναπροσδιορισμός του κόσμου.

Η αφορμή

Και μόνον ένα από αυτά να ισχύει, μορφοποιεί την αφορμή του λόγου. Η ποίηση αυτή μας δείχνει και τη διαδικασία της δημιουργίας της, άρα εν μέρει είναι και αυτοαναφορική. Μήπως, λοιπόν, όλο αυτό ήταν η διαδικασία υλοποίησης του ποιητικού και όχι του κοσμικού οράματος; Συχνά το συναντάμε αυτό στην ποίηση, η αφορμή δηλαδή να διεκδικεί ίσο μερίδιο στον χώρο με το αποτέλεσμα-ποίημα – όσο φυσικά μπορούμε να εισχωρήσουμε στην απολύτως προσωπική αρχική ιδέα. Ίσως εδώ να ισχύει αυτό. Τουλάχιστον ο ποιητής δίνει τα έναυσμα για μια τέτοια σκέψη:



«Είπα σε όλους πως δεν ήσουν ποτέ εδώ
Πως ήσουν ένα φανταστικό πρόσωπο
Ιδέα για βιβλίο
Σενάριο
Κινηματογραφική ταινία
Τους είπα πως δεν υπήρχες
Επειδή μόνο εσύ υπήρχες για μένα
Πριν τώρα και πάντοτε»

Η ποιητική αλήθεια

Ταυτόχρονα όμως, με τους παραπάνω στίχους, αυτοαναιρείται ως απλός δημιουργός του ποιήματος που χρησιμοποιεί (και καταχράται ενδεχομένως) το πρόσωπο ή το γεγονός ως αφορμή για το ποίημα, το οποίο πλέον καθίσταται αυτοσκοπός. Άρα, τι ισχύει εδώ; Η αλήθειατου ποιητή, η ειλικρινής του πρόθεση να μιλήσει γι’ αυτό που αρνείται και γι’ αυτό που επιθυμεί. Αυτό ισχύει και υπερισχύει. Το σκηνικό είναι μια ευφάνταστη τεχνική που επιτρέπει τη θέαση του κόσμου του. Όλη η ουσία βρίσκεται στην ικανότητα του αναγνώστη να δει πίσω από τη σκηνοθεσία, πίσω από το σενάριο, πίσω από το ποίημα. Την οραματική εικόνα του κόσμου.
Αν φυσικά δεχθούμε ότι ενδιαφέρει η θέση του αναγνώστη. Ανοιχτό ένα τέτοιο θέμα, δεν είναι καινούργιος ο προβληματισμός. Επανέρχεται κάθε φορά που η ποίηση προβληματίζει ως προς την ευθύβολη σχέση της με τον αποδέκτη της. Γιατί, παρά την οραματική του διάσταση (ένα όραμα πάντοτε διεκδικεί τη συμμετοχή του άλλου) μοιάζει απολύτως μοναχικός ο λόγος.

«Όταν σε περικυκλώνει η στάχτη
Το μόνο που έχεις
Είναι να κρεμάσεις τον επόμενο κόσμο
Στην πλάτη σου
Και να προχωρήσεις»

Το ενδιαφέρον από εδώ και πέρα εντοπίζεται στη διάθεση του αποδέκτη/αναγνώστη να συμπορευτεί με τον ποιητή.

Το ποιητικό υγρό τοπίο

Οι πέντε εποχές στις οποίες χωρίζεται η ποιητική συλλογή προσδίδουν στον λόγο την υγρασία που απαιτείται για να κυλήσουν οι λέξεις απρόσκοπτα. Μπορεί μόνο η Εποχή της Βροχής να παραπέμπει σε υγρό τοπίο, ωστόσο και οι υπόλοιπες είναι ποτισμένες ως το κόκαλο από το πρωταρχικό αυτό στοιχείο της ζωής. Ακόμα και η Εποχή της Πέτρας καθόλου δεν θυμίζει ξηρασία. Το νερό, το πρώτο περιβάλλον του ανθρώπου, σταθερή αναφορά της μνήμης του, που τον επαναφέρει στην αρχική μήτρα; Μια ανακύκλωση των δεδομένων μας ή μήπως μια ροή ακατάπαυστη που θα ξαναδώσει στη ζωή νόημα αφήνοντας πίσω ό,τι σάπιο και ρυπαρό;

Η ποίηση των αντιθέσεων

Στην προμετωπίδα επιλέγω από τις δύο υπομνήσεις του ποιητή τη σκέψη του Γιώργου Χειμωνά (η άλλη από την Ελένη του Ευριπίδη): «Είδα ολόκληρη την ζωή μου να τρέχει προς τα εμπρός. Προς έναν τοίχο από φως. Ξεψύχησα πάνω στο φως. Στους αιώνες έμεινα εκεί φωτισμένος πεθαμένος». (Γιώργος Χειμωνάς, Ο εχθρός του ποιητή)
Δεν γνωρίζω τον συνειρμό που προκάλεσε αυτή τη συνύπαρξη, όμως με το δικαίωμα που μου δίνεται από την αναγνωστική (άρα οιονεί συμμετοχική) ιδιότητα, φέρνω στον νου τη φράση του Άγγελου Σικελιανού, έτσι όπως την ενσωματώνει ο Γιώργος Σεφέρης στις Δοκιμές του: «η μόνη μέθοδο είναι ο θάνατος!» (Δοκιμές, τόμος β, «Άγγελος Σικελιανός»). Πρόκειται για την ίδια αντίθεση ανάμεσα στους δύο πόλους που ο άνθρωπος αναγνωρίζει, τη ζωή και τον θάνατο (αγνοώντας αυτό που προηγείται και αυτό που έπεται), είτε μιλά ο Σικελιανός είτε ο Χειμωνάς είτε ο ποιητής μας εδώ. Και πάνω σ’ αυτή τη σύνθεση των αντιθέτων δομεί την ποίησή του.

ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ
Περιοδικό BookPress
11.3.2017

link δημοσίευσης

Τρίτη 7 Μαρτίου 2017

ΒΕΡΕΣ



Παράξενο είδος προς εξαφάνιση.
Που αγνοείται.
Προκλητικά.

(μέχρι σήμερα)