Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΡΙΑΡΑΣ: ΑΠΟΛΟΓΟΣ ΒΙΟΥ 107 ΕΤΩΝ


PHOTO: ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΡΙΑΡΑΣ


«Το ξέρω καλά. Οι περισσότεροι – ειδικά κάποιοι νεόκοποι από τις τηλεοράσεις που έρχονται να με δουν, να μου ζητήσουν "δηλώσεις", δεν είναι γιατί γνωρίζουν και εκτιμούν το έργο και την προσωπικότητά μου. Είναι η ηλικία μου που τους κάνει εντύπωση. Δεν επεπόθησα ξέρετε τόσο μακρύ βίο... Έγινε. Δεν θέλω πια άλλο να ζήσω. Η χαρά μου (η αγαπημένη μου σύζυγος) έφυγε. Ο έρωτας– τον οποίο η ύπαρξή της και μόνο μου ενέπνεε, ο έρωτας για τη ζωή, τη δημιουργία και την εργασία, για τη δημιουργία, δεν υπάρχει πια. Οπότε, σας ευχαριστώ για τις ευχές και τα δώρα αλλά... είναι πλέον περιττά. Και η εποχή μας δεν το θέλει το περιττό..».

Αυτά ανέφερε, μεταξύ πολλών άλλων, στη συνέντευξή του την Πέμπτη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στη δημοσιογράφο Βίκυ Χαρισοπούλου, ο Εμμανουήλ Κριαράς, με αφορμή τα 107α γενέθλιά του: Ο διακεκριμένος φιλόλογος και ομότιμος καθηγητής της Φιλοσοφικής σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, γεννήθηκε στις 28 Νοεμβρίου 1906 (15 Νοεμβρίου σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο που ίσχυε τότε) στον Πειραιά.

Ο Εμμανουήλ Κριαράς ζει πάντα στο διαμέρισμα του δευτέρου ορόφου της οδού Αγγελάκη, ανάμεσα σε βιβλία, χαρτιά, στυλό, λεξικά, φωτογραφίες (κυρίως της συζύγου του), μερικές παλιές πολυθρόνες, μια κλειστή (πάντα) τηλεόραση, λίγες εφημερίδες – «δεν αγοράζω πια τέσσερις την ημέρα, τις μείωσα... δεν έχουν πια ειδήσεις» λέει μάλλον απογοητευμένος.

Τα γενέθλιά του που τιμώνται πάντα από τους φίλους και συνεργάτες του – ή έστω όσους απ' αυτούς απέμειναν εν ζωή – «θα είναι κάτι λιτό. Απλώς θα μαζευτούμε να φάμε μαζί. Η εποχή δεν επιτρέπει πλέον τα περιττά...».

«Δεν ήλπιζα τόσο μακρά ζωή... Θυμάμαι, ξέρετε, τον κομήτη του Χάλεϊ, την εμφάνιση του Βενιζέλου, παρέστην – μικρό παιδί – σε ένοπλο συλλαλητήριο στην Κρήτη...».

«Δεν θέλω πλέον να ζω. Θέλω να διατηρήσω την αισιοδοξία μου αλλά δεν μου το επιτρέπουν τα "πράγματα" όπως έχουν καταστεί. Και σε κοινωνικό και σε προσωπικό επίπεδο. Κοινωνικά, μ' αυτή την κατάπτωση την οικονομική, αλλά όχι μόνο. Είναι πολιτικό το πρόβλημα και βεβαίως και πρόβλημα παιδείας. Ο Έλληνας έχει τον... ηρωισμό να θαυμάζει το αρχαίους– χωρίς, όμως, να τους γνωρίζει, ούτε να τους καταλαβαίνει. Έτσι, γιατί τον βολεύουν... Παράλληλα, φροντίζει για τον διορισμό του "ανάξιου" συνήθως παιδιού του σε βάρος του άξιου παιδιού του διπλανού, ο οποίος δεν έχει τις ίδιες... γνωριμίες, φροντίζει να δουλεύει όσο το δυνατό λιγότερο, να πάει αργότερα και να φεύγει νωρίτερα από τη δουλειά του, να βάζει στην τσέπη του ό,τι και όσο μπορεί ο καθένας– όχι μόνο οι πολιτικοί- απ' αυτά που δεν του ανήκουν, να μισεί και να υπονομεύει τον "άλλο", να...».

Δηλαδή, «μαζί τα φάγαμε»;


«Ενέχει μια μεγάλη αλήθεια αυτή η ρήση. Υπό την έννοια της νοοτροπίας που έχει επικρατήσει. Λείπει η εθνική αλληλεγγύη και επικρατεί - ακόμα και σήμερα εν μέσω αυτής της ανθρωποφονικής κρίσης - το ατομικό συμφέρον».

Ψηφίζετε; Πώς μορφοποιείται, στα ελληνικά πολιτικά δεδομένα του σήμερα, το όραμά σας περί του δημοκρατικού σοσιαλισμού ως «μόνη λύση»;

«Μέχρι πρόσφατα το έκανα. Τώρα δεν με βαστούν τα πόδια μου να πάω στο εκλογικό κέντρο. Είχα τοποθετηθεί και στο ψηφοδέλτιο επικρατείας του ΠΑΣΟΚ. Μου είχε τηλεφωνήσει τότε ο κ. Πετσάλνικος για να ζητήσει την έγκρισή μου και του είχα πει, θυμάμαι, ότι αποδέχομαι, αλλά... θα ήθελα να είναι πιο σοσιαλιστικό το κόμμα... Δυστυχώς, δεν τα κατάφερε... Ύστερα... όχι, όχι δεν είμαι υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν έχω εμπιστοσύνη σ' αυτά που λέει ο κ. Τσίπρας. Ούτε με το ΚΚΕ. Τον κομμουνισμό τον γνωρίσαμε στη Ρωσία έτσι όπως εφαρμόστηκε ... Ήμουν υπέρ του κ. Κουβέλη. Πίστευα πως είναι αυτός που εκφράζει μια αριστερή πολιτική, αλλά δημοκρατική. Όπως ήταν και το όνομα του κόμματός του. Είναι λυπηρό, όμως, το ότι και σ' αυτό τον πολιτικό χώρο υπήρξαν εσωτερικές διαφωνίες και διασπαστικές κινήσεις που οδήγησαν και στην αποχώρησή του από την κυβέρνηση».

Κι αν σας ρωτούσα και πάλι, «τι να κάνουμε»;

«Πρώτον οι νέοι να μην φεύγουν στο εξωτερικό. Να μάθουν να επιμένουν και να υπομένουν. Χάνουμε το αίμα μας ως έθνος με τη φυγή των νέων. Δεύτερον: Να μείνουν εδώ, να δουλέψουν, να αγαπήσουν την εργασία, να μην απεργούν (ειδικά οι δάσκαλοι, οι γιατροί...) Και τρίτον... εγώ να φύγω... Κουράστηκα πια. Δεν θέλω άλλο να ζω για να βλέπω αυτή την κατάσταση».

Είναι που εξέλειπε ο έρωτας; Έτσι όπως το θέσατε προ ολίγων ετών– υπό την έννοια της αέναης επιδίωξης του ιδανικού;


«Επίστεψα βαθιά στον έρωτα! Αρκεί βέβαια να έχει εκδήλωση και από τις δύο πλευρές. Προσωπικά, έζησα ευτυχισμένο βίο. Η γυναίκα μου, με την οποία έζησα 65ετή κοινό ευτυχισμένο βίο, κατανοούσε, κι εγώ εκείνη. Ερωτευτήκαμε και οι δύο την εργασία, τη δημιουργία, ο ένας τον άλλο... Επίστεψα πολύ στον έρωτα... Είναι αυτός που που σε βοηθά να ζεις και να δημιουργείς. Είναι αυτό που λείπει ίσως σήμερα...».

Και η έλλειψη απογόνων; Είναι κάτι που αν μπορούσατε θα αλλάζατε;

«Είναι γεμάτο το σπίτι, οι βιβλιοθήκες με απογόνους μου (τα βιβλία του). Το πρόβλημα υγείας της συζύγου μου δεν μας επέτρεψε να αποκτήσουμε παιδιά. Είναι ένα στοίχημα η τεκνοποιία... Και αποδεικνύεται ότι είναι ευτύχημα ή δυστύχημα... Τελικώς, ευτυχώς που δεν έχω παιδιά. Τουλάχιστον – αν και τα δικά μου παιδιά θα ήταν σήμερα πολύ μεγάλα – δεν θα χρειαζόταν και θα κινδύνευαν να αναγκαστούν να φύγουν από τη χώρα λόγω της κρίσης... Τη βλέπω ξέρετε πολύ συχνά στον ύπνο μου... (τη σύζυγο του Αικατερίνη Στρυφτού- Κριαρά). Θα ήθελα και να αναστηθεί, αλλά δεν γίνεται».

«Είμαστε τραγικές μορφές. Το γεγονός ότι έχουμε συνείδηση δεν νομίζω ότι είναι στοιχείο ουσιαστικής ευτυχίας. Ο άνθρωπος ζει πιο ευτυχισμένα όταν δεν έχει συνείδηση της τραγικότητας της ζωής του. Εγώ- δυστυχώς -την έχω. Επιθυμία μου είναι πλέον να μη ζήσω. Είναι βάρος πια η ζωή μου» έλεγε προ επταετίας – μόλις που είχε κλείσει τα 100.

Ο Εμμανουήλ Κριαράς άλλαξε σύντομα γνώμη. Δυο-τρία χρόνια μετά, δήλωνε: «Όχι δεν φοβάμαι τον θάνατο. Δεν θέλω όμως να πεθάνω αμέσως... Θέλω να ολοκληρώσω τις εκκρεμότητες των κειμένων μου».

«Απόλογος Βίου»

Είναι αυτές οι εκκρεμότητες που ολοκλήρωσε ήδη. Το τελευταίο βιβλίο του βρίσκεται ήδη στο τυπογραφείο κι έχει τον τίτλο «Απόλογος Βίου».

«Προσθέτω ό,τι ίσως παρέλειψα στις προηγούμενες εργογραφίες και βιογραφίες μου. Αυτά που σας είπα στις κατά καιρούς συζητήσεις μας. Για τη ζωή μου, τη γυναίκα μου, τις δραστηριότητες μου».

Κι αν σας ζητούσα μια περίληψη, έναν «τίτλο», αυτού του απολόγου του βίου σας;

«Στη ζωή μου έκαμα αυτό που θεωρούσα καθήκον μου».




(από την συνέντευξη που παραχώρησε χθες, Πέμπτη 28 Νοεμβρίου, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στην δημοσιογράφο Βίκυ Χαρισοπούλου, ο διακεκριμένος καθηγητής της Φιλοσοφικής σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Εμμανουήλ Κριαράς, με αφορμή τα 107α γενέθλιά του)

ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ


Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2013

ΘΑ ΤΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΟΛΑ ΑΝΑΠΟΔΑ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ






ΤΙ ΣΟΥ ΗΡΘΕ ΠΑΛΙ να περάσεις γύρω απ’ τα μάτια σου όλες αυτές τις σκούρες, λεπτές στρώσεις από μακιγιάζ; Για να τα κάνεις ακόμα πιο σκοτεινά; Με βασανίζουν. Τα μάτια σου. Με τρελαίνουν, σκορπίζουν τη λογική μου στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, την αναλυτική διάθεση που δείχνω απέναντι στα πράγματα, τον φόβο ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται. Πως αντέχω να σ’ έχω δίπλα μου και να μην σ’ έχω; Όταν με κοιτάζεις με κείνο το βλέμμα που κολυμπάει στην υγρασία. Όταν με απογοητεύεις και μετά στεναχωριέσαι. Όταν μου λες δεν γίνεται και εννοείς φοβάμαι αν γίνει. Όταν μου χαρίζεις βραχιολάκια. Όταν προσπαθείς να χαθείς σε φεστιβάλ έθνικ. Όταν στηρίζεις τόσα όνειρα σε ψηλά τακούνια. Όταν μου ζητάς τριαντάφυλλο και σου φέρνω γεράνι γιατί δεν βρίσκω τριανταφυλλιά. Όταν δεν μας χωρά και τους δυο η θάλασσα. Όταν περπατάς ξυπόλητη στη μέση του δρόμου σαν την Patti Smith. Όταν δείχνεις απρόσιτη, εύθραυστη, μπερδεμένη, παγιδευμένη σε κάτι που δεν γνωρίζεις. 

Περιφρουρείς την μελαγχολία σου, την κρύβεις καλά σε άδεια χαμόγελα χωρίς νόημα, σε ποτήρια κρασιού που είναι κόκκινο, σε πούρα με άρωμα σοκολάτας, σε παραλιακά σκυλάδικα στην Αίγινα, σε ανακατεμένους ήχους, σε βιαστικά τηλέφωνα που διακόπτονται από κόμπους, σε μισοάδειες ζωές που φαίνονται μισογεμάτες. Έχεις κάνει την φυγή επάγγελμα, αλλά αυτό, μωρό μου, δεν είναι κυνισμός, είναι ευαισθησία.

«Always Somewhere». Τώρα μάλιστα. Στο μπαράκι έπεσαν όλα τα Scorpions καπάκι. Το κάνουν επίτηδες. Έχουμε πιει τον μισό Ειρηνικό. Έβλεπα την πισίνα και ήθελα να βουτήξω. Μια στην πισίνα και μια σε σένα. Σε κοίταζα να χορεύεις και ζαλιζόμουνα. Στο «Holiday» σου είπα να φύγουμε, στον δρόμο κρατήθηκες με το ζόρι να μην κλάψεις. Τα μάτια σου γίνανε δυο σκοτεινές τρύπες γεμάτες θαύματα. Ένοιωσα για λίγο την αμηχανία σου να διαλύει και την τελευταία μου απόπειρα ενεργοποίησης κάποιου αμυντικού μηχανισμού.
Γιατί αγαπάμε πάντα αυτό που μας λείπει περισσότερο, αυτό που μας κάνει να πονάμε; Θέλουμε να πονάμε;

Κάθε πέντε λεπτά κοιτάζω το κινητό μου. Νομίζω ότι χάλασε, ότι είναι εκτός σήματος. Γιατί δεν χτυπάει; Βλέπω τη θάλασσα μακριά και είσαι εσύ. Εκτός σήματος. Πότε πρόλαβες και απλώθηκες έτσι, έχεις γίνει τεράστια, γαλάζια, ακτινοβολείς στον ήλιο, δεν ξέρω ποιος λάμπει περισσότερο, εγώ πάντως σε προτιμώ μαύρη. Νομίζεις πως σε βλέπω σαν σελίδες βιβλίου, οι άνθρωποι είναι δύσπιστοι στην αλήθεια, κάνεις λάθος, σου ορκίζομαι, λίγο με αφορούν τα βιβλία. Μόνο οι ιστορίες τους με γοητεύουν, μόνο αυτές που προκύπτουν, σχετίζονται και καταλήγουν σε ζωή.
Έχω εμμονές; Ο Εγγονόπουλος είχε πει ότι προτιμά τους ανθρώπους με έμμονες ιδέες από τους ανθρώπους χωρίς ιδέες. Ακούω και ξανακούω τους Domenica, θέλω λίγη ζωή ακόμη, είναι προφανές, οι άνθρωποι που με γνωρίζουν απορούν.

Σχέδια σε σκοτεινά δωμάτια, ξημερώματα Κυριακής. Πολλοί φραπέδες. Τσιγάρα για τα οποία ευθύνεσαι. Δεν ξέρω τι έκανε η Εθνική με την Πορτογαλία, σήμερα ψηφίζουμε για Ευρωεκλογές, εξήντα μέρες από την Ολυμπιάδα. Δείχνω από άλλο πλανήτη, αφηρημένος, θα χάσω τη θέση μου με αυτά που γράφω κι άντε μετά βρες θέση.
Στην καρδιά σου γίνεται; Στο παγκάκι στην άκρη της θάλασσας δίπλα σου, στην απέναντι καρέκλα ενός παραλιακού μπαρ που θα κοιταζόμαστε σιωπηλά, στο διπλανό μαξιλάρι σου, στη ζωή που κάθε φορά μου αντιστέκεται όταν αποφασίζει ότι πρέπει να εμφανιστεί ξανά, μέσα στο μαύρο των ματιών σου;

Μετά μου είπαν, άκουσα, απελάθηκε τρομοκράτης της Αλ Κάιντα, τίτλοι εφημερίδων, πανικός, η Ευρώπη χάζεψε, όλη η Ελλάδα δάκρυσε στο πέναλτι του Μπασινά, είχε δακρύσει και με τον Ρουβά, εγώ δάκρυσα στο πλοίο της επιστροφής, δεν το είδες, προσωρινά τέλος, κενό, απολογισμοί, προϋπολογισμοί, προϋποθέσεις. Ήσουν τόσο όμορφη που ήθελα να σε πάρω και να φύγουμε μακριά, να σε σφίξω τόσο μέχρι να πονέσεις, να θυμηθείς πώς είναι όταν ο άλλος πονά. Ο Μπασινάς ευστόχησε, εγώ αστόχησα απελπιστικά.

Αργότερα έμαθα πώς η ΝΔ κέρδισε τις εκλογές με διαφορά 10 ποσοστιαίων μονάδων. Σήμερα είναι η συναυλία της PJ Harvey. Και να μην έρθεις θα είσαι εκεί. 
Μετά από πολύ καιρό.

Θα τα κάνουμε όλα ανάποδα, Κατερίνα.

(από το βιβλίο μου ΓΙΑ ΟΣΟ ΡΟΚ ΑΝΤΕΧΕΙΣ ΑΚΟΜΑ, εκδ. Απόπειρα, 2005) 

* Για όλες τις Κατερίνες που γιορτάζουν σήμερα. Και τις δικές μου Κατερίνες: Την Κατερίνα Γώγου, πρώτα πρώτα. Να ναι καλά εκεί πάνω, το συννεφάκι μου. Την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ. Την Κατερίνα Σταθοπούλου, στην οποίαν αναφέρεται και το κείμενο. Την Κατερίνα Αδαμοπούλου. Την Κατερίνα Γαβαλά. Την Κατερίνα Έσσλιν. Την Κατερίνα Ζαρίδη. Την Κατερίνα της Νάξου. Διαφορετικά χρώματα, μπερδεμένα. Ένα κοινό όνομα αριστερά. Και λίγες λέξεις, ευχών.

Κάπως έτσι γιορτάζει η μνήμη πάντοτε. 
 

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2013

ΚΑΤΙ ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΜΙΚΡΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΒΡΟΧΕΡΗ ΜΕΡΑ



 How nice it is to disappear - Lou Reed

Ήρθε, φαίνεται, και μένα η σειρά μου να φύγω. Going down to nowhere. Με μια οδοντόβουρτσα - για να βουρτσίζω τα μάτια μου. Κι ένα εντομοαπωθητικό σπρέυ, για κολώνια. Αρκετά πλέον με τα κουνούπια.

Ομπρέλα δεν θέλω. Πάντα ήμουν αδιάβροχος.

ΣΣ

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2013

ΑΝΟΣΙΑ





Να περνάς που και που
Αραιή σαν ομίχλη
Τώρα που ο κόσμος
Κατηφόρισε οριστικά από χταπόδια
Να σφίγγεις κι εσύ
Με ανθεκτικό θάνατο
Το βουναλάκι
Κάτω απ’ το σαγόνι μου

Αναπνέω ακόμα
Με την βοήθεια υαλοκαθαριστήρων

Να περνάς
Μ’ ένα καροτσάκι λύκους
Κάθε που βρέχει ακριβώς
Να μου αφήνεις ληγμένες ασπιρίνες
Στο χαλάκι της εξώπορτας

Είναι το ξέρω
Πολύ δύσκολο
Να σκοτώνεις τους πεθαμένους

Βλέπεις το μόνο που κατάφεραν
Όσο υπήρχαν

Ήταν να έχουν ανοσία

Στο μικρόβιο της ζωής

ΣΣ




Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2013

Ο ΗΧΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

 Με την σύζυγό του Laurie Anderson, σε μια από τις τελευταίες φωτογραφίες

Ο ήχος είναι κάτι περισσότερο από θόρυβος. Ο τακτοποιημένος ήχος είναι μουσική. Η ζωή μου είναι μουσική. Ξέρω τον τρόπο που μου αρέσει να ηχούν τα πράγματα.
Μεγαλώνοντας ακούς πολλούς ήχους. Ρυθμούς. Ο πρώτος είναι ο κτύπος της καρδιάς της μητέρας σου. Μετά έρχονται κι άλλοι. Ο ήχος του ανέμου. Ο ήχος της αγάπης.

Lou Reed
(από την τελευταία συνέντευξη της ζωής του, στις 21 Σεπτεμβρίου 2013, στο περιοδικό Rolling Stone)



ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΤΗΝ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
http://www.rollingstone.com/music/videos/lou-reeds-last-words-watch-his-final-interview-20131108

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2013

ΣΑΝ ΕΣΕΝΑ





Φύτεψε μια βροχή
Κι ας την εκεί
Να καπνίζει
Πάνω απ’ το κεφάλι μου

Θα την καταλαβαίνω
Από την θλίψη της θάλασσας

Γράψε έπειτα ένα τραγούδι
Γι αυτήν
Να το ακούω
Ενώ οι σταγόνες της
Θα αργούν ζωή

Αλλά όταν ο καπνός
Με κυκλώσει
Μη φοβηθείς
Σε παρακαλώ να γίνεις νερό
Να πονέσω

Καθώς θα με σκεπάζεις
Με όλα τα διαθέσιμα χέρια σου

Ενώ στον κόσμο ο ήλιος
Θα γλυκαίνει με τις ακτίνες του
Τα ανοξείδωτα όνειρα

Των τελευταίων νεκρών

Σ.Σ.