Δευτέρα 11 Απριλίου 2011
ΚΑΙΣΙΟ - 137
ΕΚΕΙΝΗ τη στιγμή ο κόσμος έγινε βυθός. Στον πυθμένα της θάλασσας έμειναν στολισμένοι οι άνθρωποι και τα κοιτάσματά τους, σχεδόν ενωμένα. Μια άσαρκη πλάκα πολιτισμού. Υπήρχαν απολιθωμένα μωρά, σαν αγάλματα. Πόσο άδικα τα πήρε ο ύπνος. Έλαμπαν ακόμα τα μάτια τους από αγωνία. Ένα κόκκινο σύννεφο πάνω από την επικράτεια του νερού, σαν ορυκτό θανάτου, ταξίδευε τα χνώτα τους και τα σκόρπιζε στον αέρα. Εδώ κι εκεί, καμένες χορδές, σωροί από ζωές στοιβαγμένες. Στην καμπούρα της γης.
Η ανθρωπότητα δεν χρειαζόταν να περιμένει άλλο. Η αρχαιότερη αλήθεια του κόσμου είναι η είδηση του τέλους του.
ΠΙΟ ΠΕΡΑ, γκρεμός. Βρύσες που έσταζαν πετρέλαιο. Μια αόρατη μάχη. Ήταν τόσο αφύσικα κόκκινος ο ήλιος που αν τον κοιτούσες στα μάτια θα τυφλωνόσουν. Που ήταν τα σπίτια των ανθρώπων; Υπήρχαν φωτογραφίες που αποδείκνυαν την γεωγραφική τους θέση, τα ίχνη της κάποτε αρχιτεκτονικής τους, την κυκλική διαδρομή της ιστορίας τους. Εκεί ήταν οι αυλές, τα κυρίως δωμάτια, οι χώροι αναψυχής. Εκεί ήταν ο κεντρικός δρόμος. Πιο κάτω η αγορά. Οι εκκρεμότητες των ανθρώπων. Ό, τι ήταν ζωή είχε λήξει. Την είχε αγγίξει ένα χέρι θυμού.
ΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ κράτη, αφού κατέλαβαν το ένα το άλλο, έκλεισαν τους πολίτες σε φέρετρα και τους άφησαν αργά να σαπίζουν. Μιλούσες πια μόνο για κράτη που απαρτίζονταν από κράτη. Όλοι οι άνθρωποι είχαν γίνει νερό. Τους έβαλαν να κάνουν τη διαδρομή προς τα πίσω, πριν γεννηθούν, και να δολοφονήσουν τους γονείς τους. Για να κλείσει ο κύκλος. Η καταστροφή ήταν μια επιστροφή στο κενό και συγχρόνως μια απαλλαγή, μια πιθανότητα να φυτρώσει η ραχοκοκκαλιά αλλού.
ΟΤΑΝ εμφανίστηκε η σελήνη, ήταν σαν ένα μαύρο σήμα, ένα πληγωμένο ζώο στον ουρανό με τα αυτιά τεντωμένα. Δεν υπήρχαν άλλα δώρα να ανοιχτούν, άλλες θρησκείες να αντικαταστήσουν τις θρησκείες. Το παρόν ήταν μια κατάσταση που δεχόταν ισχυρή αμφισβήτηση. Όλο εμίκραινε. Ο εμφύλιος πόλεμος των ανθρώπων δεν έχει ποτέ νικητή.
ΓΕΜΙΣΑΝ τα πνευμόνια τους νερό και φωτιά και σαν δηλητήριο. Έγιναν ψάρια του πελάγους. Βασίλεψαν ήσυχα, ρυθμικά, ξαπλωμένοι σαν κομμένα δέντρα. Τα μάτια τους, ακόμη ανοιχτά, να αψηφούν τον Θεό.
Ήταν τέτοια η δύναμη της μόλυνσης που απ’ τα μανίκια τους έβγαιναν κλαδιά. Εκεί θα κρέμαγαν αργότερα, μαζί με το παρελθόν τους, τη χαμένη σημασία των ζωντανών. Ύστατη πράξη.
ΑΠΟ την γη έμεινε μόνο η ηλικία της. Ήταν τεσσεράμισι δισεκατομμυρίων ετών. Το σώμα της ξεκόλλησε απ’ τις εγκοπές και κύλησε σαν μπάλα, με τελετουργικό τρόπο, σε ένα ξανά κενό. Βούλιαξε μέσα στη θάλασσα, περιστοιχισμένη από φωτιές. Η μέτρηση θα άρχιζε από την αρχή, δηλαδή απ’ το τέλος.
Χωρίς ανθρώπους.
ΣΤΗ μέση ο ήλιος τα έβλεπε όλα.
ΔΕΙΤΕ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ ΕΔΩ
http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=266102
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου