ΚΑΘΕ νύχτα έρχεται μες στα άγρια σαξόφωνα και προστίθεται στο κρεβάτι μου.Με το άσπρο σεντόνι του φόβου χιονισμένο στο κορμί της. Η παγίδα ενός αγγλικού γιου περιμένει στην άκρη του. Μια αύρα από κλεμμένα τριαντάφυλλα είναι κλειδωμένη στη μύτη της. Ερχεται με παλιές μονοκατοικίες και θυμωμένα ενοικιάζεται πάνω στον ξεφλουδισμένο τοίχο μου. Σαν επείγουσα είδηση, παγωμένη. Τα χείλη της, ξεβαμμένα ποτάμια. Ρηχά.
ΒΛΕΠΕΙΣ εκεί; Αυτό το αίμα είναι δικό μου. Ενα έκτακτο δελτίο καιρού τρέχει από τα μάτια της. Να αφήσουμε τα όνειρα στα τελάρα τους, μου λέει. Να κάνουμε πικ νικ στα γεγονότα. Ακούς;
Ακούω. Θέλει να εξηγήσει όσα δεν έχουν ανάγκη εξήγησης και τους στερεί τη γοητεία. Ακυρώνει τη μαγεία τους πριν καν εμφανιστούν. Μια υπερβολή φωνηέντων είναι κρεμασμένη στο ανοιχτό στήθος της. Την επιδεικνύει σαν ακριβό κολιέ. Μιλάει. Γύρω γύρω, η δύναμη που δεν έχει ο άνθρωπος. Η δύναμη. Που δεν μπορεί.
ΓΙΑΤΙ το μόνο που μπορεί να μιλήσει ο άνθρωπος είναι αυτό που δεν μπορεί να αλλάξει. Ως πολίτης του εαυτού του, να χαλάσει το ήδη χαλασμένο. Καταδικασμένος να φαίνεται με αυτό το λαμπρό ξεγέλασμα των ματιών.
Αν δεν αφήσουμε τη σιωπή να αλλάξει το θέαμα του ανθρώπου, δεν θα γίνει ποτέ ο κόσμος αγνώριστος.
ΜΠΡΟΣΤΑ στο παράθυρό μου εκτυλίσσεται ο παγωμένος χρόνος. Ολα τα στιγμιότυπα έχουν παραγραφεί. Είναι σα να βλέπεις μια παλιά κινηματογραφική μηχανή να γυρίζει. Δεν προβάλλεται τίποτε. Τα υγρά απ' το φιλμ έχουν στεγνώσει. Ακόμη και η διάχυση του φωτός, αυτή η διάσημη δέσμη κενού αέρα, έχει χαθεί.
Εχω την εντύπωση ότι ο ίδιος ο χρόνος είναι μια θυσιαστική ζώνη.
Ο θάνατος, τόσο συχνός και ακάλεστος, έχει μετατρέψει τους θεατές σε αγάλματα που παρακολουθούν τη ζωή μου. Βαδίζω με χαμηλά βήματα. Σχεδόν επιπλέω. Και να ήθελα να υπάρξω αλλιώς, δεν γίνεται. Είναι τόσα τα μάτια του ουρανού πάνω στην πλάτη μου, που φτάνουν έως το αίμα.
Η βιογραφία του ανθρώπου είναι το αίμα. Που τον πολιορκεί.
ΚΟΙΤΑΖΩ αυτό που μοιάζει με ζωή. Αυτό που κάποτε θεώρησε ότι μπορεί να αντικαταστήσει τη ζωή, ότι είχε τις δυνατότητες να εξελιχθεί σε ζωή. Κοιτάζω αυτό το μεταμφιεσμένο, υγρό πράγμα που υποδύεται τη ζωή, που έχει προστεθεί στη ζωή της και κάνει τη ζωή. Στο κρεβάτι μου το σεντόνι είναι τσαλακωμένο. Από το παράθυρο οι νεκροί συνεχίζουν να περνούν.
Μοιάζει με Δευτέρα Παρουσία, αλλά δεν είναι. Είναι ο ανάποδος όρος, το αντίστροφο νόημα, η αντίθετη κίνηση αυτού που ονομάζεται ζωή.
Κλείνω τα μάτια και την ακουμπώ. Είναι νεκρή, παγωμένη, ακίνητη. Εχει γίνει συνώνυμη του θανάτου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΟΛΗ ΤΗ ΣΤΗΛΗ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=220306
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου