Κωνσταντίνος Τζούμας
Πανωλεθρίαμβος
εκδόσεις Καστανιώτη, σ. 621, ευρώ 23,21
Οι άνθρωποι έχουν αστέρια που δεν είναι τα ίδια. Για εκείνους που ταξιδεύουν, τα αστέρια είναι οδηγοί. Για άλλους δεν είναι παρά μικρά φώτα. Για άλλους, τους πιο σοφούς, είναι προβλήματα. Ομως, όλα αυτά τα αστέρια σωπαίνουν.
ΑΝΤΟΥΑΝ ΝΤΕ ΣΕΝΤ ΕΞΙΠΕΡΙ, Ο μικρός πρίγκιπας
Η ΤΕΧΝΗ, σαφώς προσδιορισμένη και προκαθορισμένη από τον χρόνο και τον χώρο της δράσης της, είναι αναγκασμένη να λειτουργεί πολυμορφικά και πολυεπίπεδα, ολοκληρώνοντας, σε κάθε περίπτωση, έναν βασικό κύκλο: αυτόν της ουσιαστικής χαρτογράφησης των συνθηκών της εποχής της. Αλλες φορές μπορεί και εξελίσσεται σε μαγεία, απογειώνοντας τα δημιουργικά της εργαλεία, άλλες σε δραστικό καταπραϋντικό που διευκολύνει τη διαδικασία της αναπνοής ή της κατάποσης, άλλες πάλι φορές συνιστά μοναδική αφορμή για ομορφιά ή ευκαιρία για δράση, κι άλλες επιβάλλει κυριαρχικά μια επείγουσα βουτιά στα βάθη του «εγώ», προχωρεί ανασηκώνοντας το κουρτινάκι για να αποκαλύψει και να εξομολογηθεί.
Σε αυτή την περίπτωση το καλλιτεχνικό «εγώ» είναι τέτοιου μάγματος, που διαθέτει την ικανότητα να ταυτιστεί με τη ζωή κάποιου άλλου, «υποχρεώνοντάς» τον να κάνει δικό του εκείνο που δεν είναι δικό του. Ο συγγραφέας ήταν, ανέκαθεν, ένας μαθητευόμενος μάγος. Εντεταλμένος να αλλάξει την αντικειμενική εικόνα ή, καλύτερα, να την απαλλάξει από την καθημερινότητα του φορτίου της. Ο φακός του είναι ρυθμισμένος να βλέπει άλλες διαστάσεις, αλλά και ικανός να αποτυπώσει με ωμό ρεαλισμό τη δική του πραγματικότητα. Που ακριβώς επειδή είναι διαφορετική, παραβατική, ιδιόρρυθμη ή ασυνήθιστη, μπορεί να αποτελέσει τον προθάλαμο για τη δημιουργία ενός αισθητικού ρεύματος, μιας κοινωνικής στάσης, μιας «ιδιωτικής» ματιάς, μιας πρωτοπορίας.
Ο Κωνσταντίνος Τζούμας αποτελεί μόνος του μια κατηγορία. Το ότι αποφάσισε, τα δέκα τελευταία χρόνια, να συγκεντρώσει τα δομικά υλικά της ίδιας του της ζωής σε τρεις τόμους των πεντακοσίων σελίδων έκαστος, και να εκτεθεί δημοσίως, για ακόμη μια φορά, ως αληθινός ηθοποιός του εαυτού του, μπορεί να αποτελεί από συγγραφική ματαιοδοξία έως και αποσταγματική κατάθεση μιας υπερκόσμιας διαδρομής και φιλοσοφίας. Νομίζω ότι είναι και τα δύο, συν όλα τα ενδιάμεσα στάδια.
Εχει, πάντως, ενδιαφέρον, πέρα από το βασικό κίνητρο, να παρατηρήσουμε με προσοχή αυτή τη διαδρομή, ως καταληκτικό βήμα ενός ανθρώπου που σχεδίασε, σκηνοθέτησε, χορογράφησε, και εντέλει έπαιξε, με εντυπωσιακή λεπτότητα (και λευκότητα), την πορεία της καριέρας του, ταυτίζοντάς την απόλυτα και καθαρά με την πορεία της ζωής του. Είναι ειλικρινές αυτό. Αληθινό. Υπέροχο.
Εχω επισημάνει αρκετές φορές («Μια ασυγχώρητη και διαρκής πνευματική υγεία», Ελευθεροτυπία, 10/04/2009, «Τέσσερις διαφορετικές εκδοχές της ίδιας αθωότητας», Ελευθεροτυπία, 4/12/2009) ότι ο Κωνσταντίνος Τζούμας γράφει με το ένστικτο του επιζήσαντος από έναν πανωλεθρίαμβο. Τι σημαίνει αυτό: Οτι πλέον, ηλικιακά και δημιουργικά, έχει αποκτήσει το πλαίσιο εκείνο που του επιτρέπει να εκτιμήσει, στην καθολικότητα που του αναλογεί, μια απελπισμένη χορογραφία του Νουρέγιεφ, τον εκφραστικό πλούτο του προσώπου της Οντρι Χέμπορν, τον ευρηματικό ρεαλισμό ενός καρέ του Ντράγιερ, το δράμα πίσω απ' την κάτισχνη φιγούρα τής Λαμπέτη, τον βαρύτιμο ρυθμό των στίχων του Κωνσταντίνου Καβάφη, τον θρίαμβο της μουσικής φόρμας του ροκ εν ρολ, τη γεωμετρία ενός πίνακα του Καντίνσκι, το εύρος ενός υπερφίαλου ηλεκτρικού σόλο του Κιθ Ρίτσαρντς, την αποθέωση της θεατρικότητας στον λόγο του Σάμουελ Μπέκετ, τη ρέουσα μελαγχολία των στίχων του Λέοναρντ Κοέν, την καθηλωτική ομορφιά των δρόμων της Ρώμης, ως και το χαριτωμένο και αποκαλυπτικό σταύρωμα των ποδιών της απέναντι.
Εχει πια ζήσει τις νίκες και τις ήττες του, ως δραστικό κοκτέιλ για την καταπολέμηση της ανίας (και της άνοιας) και τις έχει μεταμορφώσει σε αμετανόητο στάτους ζωής. Εχει, δηλαδή, ζήσει τη ζωή και τον θάνατο των πραγμάτων, ως δύο αδιαχώριστα και παράλληλα σχήματα της ίδιας διαδρομής, που διαπλέκονται συνεχώς μ' έναν γοητευτικό και υποδόριο τρόπο. Οχι απλουστευτικά ως αρχή (αφετηρία) και τέλος (κατάληξη) μόνον. Αυτό του επιτρέπει να μετέχει γενναιόδωρα στην πράξη της απόλαυσης.
Είναι άλλο πράγμα, στηριζόμενος στο ταλέντο σου, να ζεις μόνο για να κερδίζεις, και άλλο πράγμα να ξέρεις ότι για κάθε τι που κερδίζεις, θα πρέπει να είσαι έτοιμος να πληρώσεις και τον αναλογούντα φόρο απώλειας. Το πρώτο ανήκει στη σφαίρα της άμετρης φιλοδοξίας, το δεύτερο είναι κατακτημένη σοφία.
Ερχεται κάποτε, για μερικούς προνομιούχους, ο χρόνος -«αυτή η ανθρώπινη επινόηση»- που μπορείς να θαυμάσεις την απίθανη συλλογή σπασμένων αντικειμένων που αποκόμισες στην πορεία σου. Εκεί που οι ανυποψίαστοι γυαλίζουν χρυσά μετάλλια, εσύ αρχειοθετείς ακυβέρνητες ήττες. Κοιτάς την αγάπη σε σμίκρυνση και χαμογελάς, γιατί ξέρεις ότι τον άνθρωπο τον γνωρίζεις μόνον όταν τον αγαπάς χωρίς μάτια. Και ονειρεύεσαι το υπέροχο τραγούδι, χωρίς να σχεδιάζεις τίποτε. Γιατί, επιτέλους, έχεις καταλάβει ότι δεν υπάρχει τίποτε πιο πραγματικό απ' το τίποτε. Υπάρχει μια λέξη γι' αυτό: Πανωλεθρίαμβος.
Ο Κωνσταντίνος Τζούμας γνώρισε τη δόξα της διάσημης επωνυμίας, όταν ακριβώς αυτή δεν τον αφορούσε. Θα πρέπει πλέον να πορευτεί μαζί της, όχι ως αρωγός του, αλλά ως βάρος. Γι' αυτό προτιμά το βάθος που κατέκτησε, περνώντας μέσα από τις καταστάσεις, να το θεωρεί βαθύτατα ρηχό, όπως λέει και το τραγούδι του Τζάρβις Κόκερ που αγαπά. Ετσι τοποθετεί τον εαυτό του, αυτομάτως, με τη μεριά των σωσμένων.
Αν η λογοτεχνία αφορά και λιγάκι, πέρα από τον φορμαλισμό της μορφής, τη ρήξη του ιδιώματος ή το εύρος του στοχασμού που παράγει, και την πλευρά εκείνη της γνωστοποίησης ύπαρξης μιας άλλης ομάδας ανθρώπων, που ζουν και δρουν παραπλεύρως του κοινά αποδεκτού σύμπαντος, τότε ο Τζούμας έχει πετύχει κέντρο. Η αύρα που αναδύει αυτή η πολύχρωμη παρέα που πρωταγωνιστεί στο βιβλίο, σου προσφέρει το ντελίριο που χρειάζεται για να συνεχίσεις. Το πικάντικο έχει μια δική του δροσιά, η ηθική, μια διαφορετική έξαρση. Το κλείσιμο του ματιού στο τυχαίο θυμίζει μια παλιά γενναιοδωρία:
«Ανηφορίζω την έρημη πλατεία Δεξαμενής αργά, γιατί η άπνοια της καλοκαιρινής νύχτας σε συνδυασμό με την κραιπάλη που προηγήθηκε με σέρνουν σαν κουρασμένο στρατοκόπο στο κονάκι μου της Δεινοκράτους. Είναι στημένη έξω απ' την πόρτα της και φωσφορίζει η νεαρή αμαζόνα του δράματος, ριχνόμαστε στις μυρωδιές του λαιμού, του μάγουλου, των χειλιών και του στήθους, νιώθω το δεξί της πόδι να σηκώνεται και να αγκαλιάζει τη μέση μου σφιχτά. Εντυπωσιακό, αισθησιακό άνοιγμα, αλλά όχι, δεν θα μείνω. Είμαι λιώμα».
Μπορεί η υπερστολισμένη και ρυθμική πρόζα του να μην μπορεί να συναγωνιστεί αυτήν των πολλών αγαπημένων του συγγραφέων -άλλωστε ο ίδιος ποτέ δεν έχει εκδηλώσει τέτοια φιλοδοξία, αντιθέτως, θεωρεί τον εαυτό του αναγνώστη και όχι συγγραφέα- είναι όμως δηλωτική και εκδηλωτική, αποκαλυπτική και έντιμη. Σε βάζει να κοιτάξεις από την κλειδαρότρυπα αυτό που πραγματικά υπήρξε. Σε σένα και στους άλλους. Οταν προτιμάς να είσαι αναγνώστης, έχεις ελπίδες να γίνεις καλύτερος συγγραφέας. Ο Τζούμας έγινε. Χωρίς να το επιδιώκει. Το ζήτημα είναι αν τον αφορά καθόλου.
Ελπίζω μόνον, ο «Πανωλεθρίαμβος» να μην είναι το κλόουζιν τρακ αυτού του τριπλού βινυλίου που μας πέταξε στα μούτρα ξαφνικά. Και να μας τροφοδοτήσει ακόμη -κάτι σαν τελευταία υπόκλιση, συνηθισμένη γι' αυτόν- με κάποιο κολάσιμο επτάιντσο ή κανένα σπάνιο σαρανταπεντάρι. Ετσι, για να 'χουμε να ακούμε.
Αλλά, ας μην το κάνουμε θέμα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΟΛΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου