ΜΙΑ τελευταία συνάντηση θέλω. Να βυθιστώ μαζί σου στα δακρυγόνα της πόλης. Να κάνω σερφ στο κορμί σου, σβήνοντας τις πληγές, σε μια πανδαισία χρωμάτων και αντοχής. Να υπογράψω στο στόμα σου με αέρα θριάμβου.
Θα ΄ναι νύχτα, σβηστός ουρανός χωρίς φεγγάρι, και ο χρόνος θα σταματήσει στο σημείο πού θα του πω εγώ. Όλα θα ‘χουν ησυχάσει πια, εκτός απ’ την κιθάρα τού Gallagher πού θα παίζει παραπονιάρικα for the last time την ώρα πού η αναπνοή σου θα γεμίζει δάκρυα.
Μονάχα ένα κόκκινο φως θα πέφτει πάνω σου κάθετα, συμπλήρωμα στο ντεκόρ της φθοράς.
Θα ‘ναι Ιούνης, ξεκινήματα, όπως όταν σε γνώρισα και οι ειδήσεις θα λένε πώς φωτιές καταστρέφουν και τούς τελευταίους πνεύμονες πράσινου πού απόμειναν. Στην πραγματικότητα οι φωτιές θα καταστρέφουν εμάς.
Ο Ολυμπιακός θα ‘χει ισοφαρίσει την Μάντσεστερ στο τελευταίο λεπτό των καθυστερήσεων για τον τελικό τού Τσάμπιονς Λιγκ σ’ ένα αγώνα χωρίς αύριο πού θα οδηγηθεί στα πέναλτι.
Εκεί θα οδηγηθούμε κι εμείς.
Μετά, αποκοιμήθηκα.
( πες μου ένα ψέμα ν' αποκοιμηθώ )
Δεν πρέπει να υπάρχει κανείς άλλος εδώ.
Κανείς.
Δεν υπήρξε ποτέ κανείς.
Ποτέ δεν υπήρξε τίποτα.
Ποτέ.
Τίποτα.
( απόσπασμα από το βιβλίο ΤΟ ΡΟΚ ΠΟΥ ΠΑΙΖΟΥΝ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ, εκδ. Απόπειρα, 2002, 2004)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου