Σάββατο 7 Αυγούστου 2010

ΝΑΞΟΣ ΕΩΣ ΕΚΕΙ






ΖΕΙ ακόμα. Μαζί μου. Μικρή βασίλισσα που στερήθηκε άδικα το ινδιάνικο στέμμα της. Την καθαίρεσαν γιατί ερωτεύτηκε ένα μπλε σε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς που το μάτι του ανθρώπου μπορεί. Συνέχισε να το αγκαλιάζει σαν μωρό, να διασώζει το νερό μέσα του, να το ανακατεύει με το μαγικό κουταλάκι της, μεγαλώνοντάς το. Είναι σημαντικό να μπορείς να αποδέχεσαι κάτι που δεν σου αξίζει για να καταφέρεις να πλησιάσεις κι άλλο αυτό που είσαι.

ΤΗΝ είδα ξανά και ήταν στολισμένη. Στο λιμάνι. Αμμώδης θεότητα με φως επιδερμίδα κολλημένη πάνω της, κάπως λευκή από την ιστορία που έμεινε. Διάβασα τα χείλη της από μακριά, έλεγε σ' ευχαριστώ, ακούστηκε μέσα μου σαν πάντα. Ηταν πάντα αυτή η σχέση· ένα δερμάτινο βραχιολάκι ζωής που αντί να χαλαρώνει, έσφιγγε.

Είχε ψηλώσει πολύ, τα μαλλιά της τρυπούσαν τα σύννεφα. Τα μακριά πόδια της, αυτά τα ατέλειωτα, αγαπημένα χιλιόμετρα με τις παραλίες, ξανθές μες στη μελαχρινή τους διάθεση, με έκαναν σχεδόν να φοβάμαι. Το βλέμμα της από μαρμελάδα· πάντα με ησύχαζε. Να γυρίσεις, έλεγε. Γύριζα. Αλλες φορές για να θυμηθώ, άλλες φορές για να ξεχάσω.

ΠΑΝΤΑ εκεί. Σκαλωμένη στη μεγάλη πόρτα, ό,τι έμεινε απ' το ιερό του Απόλλωνα. Να κοιτάζει την Πάρο με το βλέμμα που ένας ποιητής κοιτάζει έναν μυθιστοριογράφο: Υπεροπτικά, σαν σύγχρονη μνήμη. Που υπερέχει.

Τα μοναστήρια των Καπουτσίνων και των Ουρσουλινών. Η ομορφιά της οφείλεται. Την παίρνω στα χέρια μου, τη στριφογυρίζω, πάμε για μπάνιο; Πάμε. Θα κρυφτούμε στους αμμόλοφους και μετά μακαρονάδες στον φούρνο, πατάτες τηγανητές, ιδρωμένα ρούχα, αιώνια μάτια. Ανεμόμυλοι, Χώρα. Καφές. Μην πας στο πλοίο, μη.

ΤΑ αγέννητα παιδιά μας τα σωσμένα. Στους αγίους που την βρέχουν από παντού. Στα καλοκαίρια που σιδερώθηκαν στάμπα πάνω της και έμειναν κέδροι. Μια γενναία Καρυάτιδα που αγνόησαν προκλητικά οι αρχαιολόγοι. Η λύπη που στεφανώθηκε τη χαρά και έγινε νησί. Θα με θέλεις πάντα; Θα σε θέλω.

Στο Χαλκί, κλειδωμένα σπίτια. Βενετσιάνικα κάστρα, μιλάει η ερημιά. Το ιερό της Δήμητρας στο Σαγκρί. Ενας κούρος κοιμάται στους Μέλανες. Από τον Αϊ-Γιώργη στην Αγιασσό, μια παραλία: Είκοσι δύο ξελιγωμένα χιλιόμετρα. Η Γαλλική Επανάσταση ξεκίνησε από την Πλάκα. Ο Μαρά πάνω σε μια χελώνα σχεδίασε εδώ τα επόμενα βήματα. Η φωτιά καίει δυνατά δίπλα στις καλαμιές. Κιθάρες. Το τραγούδι των America, ένα άλογο χωρίς όνομα.

ΚΕΡΑΜΩΤΗ - Κόρωνος, χωριά βουλιαγμένα στο πράσινο. Αχνίζει ζωή. Κατάγεται. Χώμα. Αμίλητο. Σμυριδωρυχεία, φιλούν το μάρμαρο. Αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Ηρόδοτο η «Ναξία σκόνη». Στο Φιλότι οι γειτονιές ενώνονται με μπαλκόνια και με πλατάνια. Ερωτεύονται με θυμαρίσιο μέλι.

ΜΕΤΑ, Απείρανθος. Καρπούζι με φέτα. Μια παλιά ιστορία στο καφενείο. Χρόνος τεντωμένος στον 17ο αιώνα. Ενα αγαλματάκι, δώρο. Θα σε ξαναδώ;

Πριν το πλοίο, ορθάνοιχτες αγκαλιές. Τόξο. Μια ζωή χωρίς ζωή. Με. Το καλοκαίρι χοροπηδάει σαν αρπακτικό. Παίζει με τις ακρίδες στην προβλήτα. Ντοκ. Βραδινή τουαλέτα αποφοίτησης, η Μικρή και η Μεγάλη Αρκτος, πούλιες κομμένες. Ενα άγριο φύσημα αποχαιρετισμού.

Την άλλη φορά να με περιμένεις στο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής. Εκεί, πάνω απ' το Αλικό. Στον αιώνιο τοίχο.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΤΗ ΣΤΗΛΗ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=190130

Δεν υπάρχουν σχόλια: