Σάββατο 30 Ιουλίου 2011

ΕΝΑΣ ΠΟΛΥΔΑΙΔΑΛΟΣ ΗΧΟΛΗΠΤΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ


Για μένα ο Σταύρος Σταυρόπουλος είναι ένας πολυδαίδαλος εικονολήπτης – και γιατί όχι και ηχολήπτης- της πραγματικότητας. Γιατί, ενώ συνήθως ο ποιητής τυλίγει τον έξω κόσμο με τα σεντόνια του δικού του μέσα κόσμου, ο Σ.Σ. με τα ποιήματά του δίνει την εντύπωση ότι ο έξω κόσμος είναι αυτός που τον πλημμυρίζει και που για να μην πνιγεί, αναγκάζεται να εκβράσει το ποίημα.
Τα όπλα του σ’ αυτή τη δύσκολη αυτοάμυνα είναι αυτά τα ορισμένα, τα συγκεκριμένα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την ποίησή του. Λέει σ’ ένα σύντομο ποίημα με τίτλο «Κριτικές Σημειώσεις»: «Χωρίζουν την ποίηση / Σε δεκαετίες / Είδη / Κινήματα / Αναιδείς κανόνες / Αντί να τη χωρίζουν / Απλά / Σε ομάδες αίματος».

Αναφέρομαι πρώτα στο ποίημα αυτό γιατί θέλω στη συνέχεια να πω ότι ένα από τα χαρακτηριστικά – ίσως το πιο χαρακτηριστικό – στοιχείο της ποίησης του Σ.Σ. είναι ένας ιδιότυπος σουρεαλισμός« όχι με την έννοια της ποιητικής μανιέρας, της σχολής που για μια ολόκληρη εποχή επιβλήθηκε στο ποιητικό σύμπαν, αλλά με την έννοια της πρόθεσης της πραγματικής υπέρβασης του πραγματικού, με συνδυασμούς που ξαφνιάζουν, αλλά που ποτέ δεν αποδεσμεύονται από την κυριαρχία του πραγματικού: «Φτάνει να παίρναμε μαζί μας / Έναν πλακόστρωτο ουρανό / Με τις βαλίτσες του να μονολογούν αύριο».
Κι όμως, αυτή η σουρεαλιστική εικόνα γεννήθηκε από ένα συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός, τον Μάη του 68 στο Παρίσι, όπως εξηγεί στις σημειώσεις του βιβλίου του, σημειώσεις πλούσιες σε ελληνικές και ξένες αναφορές, ο Σ.Σ.

Από την άλλη μεριά, έχει κανείς συχνά την εντύπωση ότι ο συγκεκριμένος κόσμος του Σ.Σ. είναι ένας κόσμος που ο ποιητής γνώρισε μόνο μεταφορικά: «Την ώρα που η θάλασσα / Αυτή η μεγάλη ζωγραφική εκκρεμότητα» λέει κάπου. Άλλο στοιχείο που σφραγίζει την ποίηση του Σ.Σ. είναι η πρωτοτυπία, αφού ο σουρεαλισμός και η πρωτοτυπία δεν συμβαδίζουν απαραίτητα. Και πάλι εδώ έχουμε μια πρωτοτυπία που δεν δίνει την εντύπωση μιας απεγνωσμένης προσπάθειας να ειπωθεί κάτι εντελώς καινούργιο, αλλά μιας προσπάθειας σύνταξης, σύνθεσης ενός σύμπαντος που να περιέχει όλες του τις άπειρα ποικίλες μορφές και εκφάνσεις που στην πραγματικότητα αυτό περιέχει. Όπως: «Οι παράνομες γεωτρήσεις στο προαύλιο του Θεού», «Η δύση δεν ήταν τίποτε άλλο από μια υπόκλιση στο θάνατο», «Οι άνθρωποι κάτι ξεχαρβαλωμένες οικειότητες» και άλλα πολλά.

Επίσης, αυτό που συνήθως κατοικεί στον τελευταίο στίχο ή στους δυο τελευταίους στίχους του ποιήματος είναι το απρόοπτο, το απροσδόκητο, κάτι που θυμίζει το σασπένς μιας αστυνομικής διήγησης.
Ο ερωτισμός είναι έντονος στην ποίηση του Σ.Σ. αλλά κι εδώ πρωτοτυπεί, γιατί είναι στιγμές που μοιάζει ο έρωτας πιο πολύ με παιχνίδι. Το παιχνίδι όμως δεν είναι ανθρώπου που αστειεύεται αλλά κάποιου που βιώνει στη πέτσα του τη μαύρη πλευρά του κόσμου και θέλει να ξεχαστεί:
«Από το σ’ αγαπώ / Λείπουν πολύ / Η περισπωμένη / Κι εσύ».
Η απουσία, το ανάπηρο δίδυμο του έρωτα, κάνει την εμφανισή της στα ποιήματα του Σ.Σ., αλλά και πάλι δεν ξέρεις αν πρόκειται για απουσία συγκεκριμένου προσώπου ή για την περιγραφή της πιο συχνής κατάρας της ζωής. Λέει: «Μεταξύ μας / Όλο αυτό τον καιρό / Δεν παριστάνω τον θλιμμένο / Απλά καμιά φορά / Αναρωτιέμαι αν υπάρχεις».

Και το ποίημα; Τι είναι αλήθεια το ποίημα; Είναι μια εγχείρηση της ψυχής ή μια μοναδική πνευματική ταλαιπωρία; Λέει ο Σ.Σ.: « Εκτός και αν / Αυτές οι γόπες / Που μυρίζουν / Καμένες αναπνοές / Είναι το ποίημα». Το ποίημα που ο ποιητής το βάζει στην πιο σκληρή δοκιμασία πριν το προβάλει: Ό,τι ήθελα να πω / Το έλεγα πρώτα στον εαυτό μου / Για δοκιμή».

Ένα άλλο βασικό εργαλείο στην ποίηση του Σ.Σ. είναι το χιούμορ, που καλύπτει ένα ευρύ φάσμα, από την ειρωνεία ως το υπαρξιακό και μαύρο χιούμορ: «Μια οικογένεια που μόλις βγήκε / Από το σούπερ μάρκετ / Αλλά μετά χάθηκε» ή «Είχα αργήσει μια γενιά / Και τα πράγματα / Πήγαιναν ευτυχώς / Όλο και χειρότερα».
Το χιούμορ αποτελείται, κι αυτό, από διάφορα συστατικά. Ένα από αυτά είναι η αθυροστομία. Δεν φοβάται ο ποιητής να χαράξει στο χαρτί τις συνουσιαστικές λέξεις. Ένα άλλο είναι το παιχνίδι με τα γράμματα, όπως: «Λίγο ακόμα Π πριν περάσει(ς)»

Υπάρχει και μια άλλη, ελευθεροστομία θα την έλεγα αυτή, η ελεύθερη χρήση της Αγγλικής γλώσσας, πράγμα που εξηγεί βέβαια το χιούμορ, αλλά και οδηγεί στην άνετη κατανόηση της σύγχρονης ζωής, σπορ, διαδίκτυα και άλλα μηχανήματα.
Εγώ εδώ σταματάω να παρακολουθώ γιατί ούτε από τεχνολογία καταλαβαίνω, ούτε από γκολ, τα «ξυστά άουτ» του Σ.Σ. Λέω πάντα ότι ανήκω στον περασμένο αιώνα. Όμως αναρωτιέμαι: Σ’ αυτόν εδώ τον αιώνα όπου πατάς ένα κουμπί και όλα βγαίνουν στην επιφάνεια στη στιγμή, τι μπορεί πια να σημαίνει πρωτοτυπία; Για να γεννηθεί άραγε αυτή δε χρειάζεται λίγο και η φαντασία και οι περίεργοι συνδυασμοί που κάνει αυτή με την πραγματικότητα; Όταν όλα είναι γνωστά ή θάναι το επόμενο λεπτό πώς να δημιουργήσεις το άγνωστο πρωτότυπο;

Το ίδιο ισχύει και για τον σουρεαλισμό. Σε μια εποχή που τα πιο ασύλληπτα όνειρα ή οι πιο τρομαχτικοί εφιάλτες γίνονται πραγματικότητα πριν καλά καλά κανείς να έχει συνειδητοποιήσει τι επιθυμεί ή τι φοβάται, πώς μπορεί να εφεύρει το υπερ-πραγματικό, το σουρεαλιστικό; Όταν κάθε στιγμή, με το κινητό, είσαι σε επαφή με το πλάσμα που λαχταράς, πώς να αφήσεις τη φαντασία σου να καλπάσει μήπως και προλάβεις την αγάπη σου στο δρόμο; Όταν έχεις όλα τα τεχνικά μέσα για να αναλύσεις το παρελθόν και να προβλέψεις το μέλλον, η φαντασία μπαίνει σε ανεργία και όλα γίνονται, όπως λέει ο Σ.Σ. «υποδιαιρέσεις της ομοιότητας».

Όμως εδώ έχουμε ένα τόμο που ξεχειλίζει από τόλμη και γοητεία κι ας είναι «Δυο μέρη σιωπή (κι) ένα (μόνο) μέρος λέξεις». Ίσως νάναι γι αυτό ακριβώς η γοητεία του.

Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, περιοδ. Ποιητική
Τεύχος 7, Άνοιξη - Καλοκαίρι 2011

Δεν υπάρχουν σχόλια: