Η Θεσσαλονίκη μοιάζει μ' ένα τεράστιο νήμα που κρέμεται απ' τον ουρανό - κάτι σαν ενοχλητικό καπέλο. Στις όχθες της υπάρχει ένας παλιός πόλεμος, χωρίς μέλλον. Τα μπαρ είναι όλα ανοιχτά. Εγώ, κλειστός. Στην Αριστοτέλους ένα τερατόμορφο ον, μάλλον θηλυκός δράκος με πρόσωπο δίνες, ανοιγοκλείνει το στόμα του. Καταπίνει όλους τους περαστικούς, τα μαγαζιά της πλατείας, τους κάδους της ανακύκλωσης, τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, τις ειδήσεις της πόλης. Αφαιρεί τον ορίζοντα και τους δρόμους απ' την εικόνα. Έχει μείνει μόνο η θάλασσα κι εσύ. Το εσύ δεν υπάρχει. Διαγράφεται. Πριν πολλά χρόνια έγινες μέρος αυτού του αλμυρού τοπίου κι έτσι δεν μπορώ να διακρίνω που ακριβώς έχεις βυθιστεί. Σε ποιό ακριβώς ύψος βρωμιάς κείτεσαι. Δεν έχω μάτια. Τα ξέχασα κάποτε σ' ένα ξενοδοχείο, το ίδιο με τώρα, Hotel Ilios, παρατηρώντας την ομορφιά που χανόταν. Βάζω διστακτικά το δάχτυλό μου στο θαλασσινό νερό, δημιουργώντας έναν μικρό, στενό κύκλο. Μετά το δοκιμάζω αργά στο στόμα μου: Είναι πικρό και μου αφήνει μια αίσθηση ασύνορου μένους. Φτύνω το μίσος από την αχαριστία των ημερών σου. Φτύνω το νερό στο νερό και ξαναγυρίζει στο στόμα μου. Προσωρινά αποτρέπω έναν πνιγμό που, ούτως ή άλλως, έχει συμβεί. Είναι ο δικός σου, με χιλιάδες εκδοχές προσώπων. Μια ελεεινή κρούστα. Εκπνοή. Εισπνοή. Εκπνοή. Εισπνοή. Εκπνοή. Τίποτα. Τίποτα από σένα δεν φαίνεται.
Την αγάπη δεν την ισχυρίζεσαι. Δεν την επικαλείσαι. Απλώς, την αποδεικνύεις κάθε μέρα.
Σ.Σ.
Photo: Hotel Ilios. Εγνατία 27, Θεσσαλονίκη. Τα δύο δέντρα μπροστά στο ξενοδοχείο απομακρυσμένα, αλλά παράλληλα, φύτρωσαν στη θέση μας. Ανάμεσά τους ένας κάδος σκουπιδιών επιβλέπει το αποτέλεσμα.