ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ POLITICAL DOUBTS ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΝΑ ΤΣΕΚΟΥΡΑ
Όταν
αποφάσισα ότι ήθελα μια συνομιλία με τον Σταύρο Σταυρόπουλο, γνώριζα από τις
γραφές του πως το οξύτατο πνεύμα του ήταν εκείνο που με είχε οδηγήσει στην
λαχτάρα να τον ρωτήσω κάποια πράγματα. Εκείνο που αγνοούσα, ήταν ότι θα με
έκανε να παραδεχθώ πως, τελικά, η πορεία του στοχασμού πάνω σε οτιδήποτε, έχει
να κάνει με το έδαφος που καλλιεργείται ο στοχασμός αυτός και όχι με την
σύστασή του ίδιου του στοχασμού. Θέλω να πω, πως δεν έχει σημασία πως ακριβώς
συνθέτεις και επεξηγείς την σκέψη σου, όσο το που την τοποθετείς. Ή καλύτερα
που βρίσκεσαι εσύ γράφοντας. Γράφοντας στοχάζεσαι. Αλλιώς πως θα γεννηθούν οι
λέξεις και οι έννοιες; Πως θα είναι νικητήριες οι έσω- μάχες σου, στα πεδία των
εκτός που αδρανούν, υποκρίνονται και σε προδίδουν καθημερινά; Σας καλώ, να
αφουγκραστείτε την ανησυχία αλλά και την δύναμη του πνεύματος ενός ανθρώπου,
που δεν γράφει απλώς, αλλά συντελεί κοσμογονία στην λογοτεχνία με τον τρόπο που
προσεγγίζει τα θέματά του και με το ύφος που χρησιμοποιεί, μισώντας τις μάσκες
που φορούν οι άνθρωποι και οικτίροντας εκείνους που μετονομάζουν μια πράξη για
να συνεχίσουν να κοιμούνται. Σήμερα με χαρά φιλοξενώ στις Άννα- Διατυπώσεις τον
εξαιρετικό και ιδιαίτερο λογοτέχνη Σταύρο Σταυρόπουλο που εύχεται: «Θα ήθελα οι
άνθρωποι να αφήσουν κάτω τις μάσκες, όπως αφήνουν οι στρατιώτες τα όπλα τους
μετά το τέλος του πολέμου, και να προχωρήσουν μπροστά, με τον πραγματικό εαυτό
τους, όποιος κι αν είναι αυτός, όσο λίγος και αν τους μοιάζει.»
Ε1
– Μελετώντας τις λέξεις και τον τρόπο που γράφετε, θα μπορούσε κανείς να
υποθέσει πως είστε κάποιος που διαθέτει πολιτική σκέψη με ποιητική έκφραση ή
πολιτική έκφραση με ποιητική σκέψη. Ο λόγος που αρθρώνετε πολύ συχνά θυμίζει
άτομο με βαθιά αναλυτική διάθεση επί του πολιτικού πρακτέου και όχι μόνο…
--Στην σκέψη δεν μπορούν να υπάρξουν
κάγκελα, περιορισμοί. Τα βάζουν όμως, πολλοί, μόνοι τους, πλαστογραφώντας τον
εαυτό τους, για να τον αντέξουν. Πέφτουν σε δίνες. Προσπαθούν να αποφύγουν το
αναπόφευκτο. Η σκέψη υπάρχει ανεξάρτητα απ’ αυτούς, εν αγνοία τους. Και είναι
ελεύθερη. Δεν μιλάω για πολιτικές, μιλάω για ψυχή. Η σκέψη είναι ψυχή. Η
πολιτική, μικρή. Και το σώμα, αποτρόπαιο. Στα βιβλία μου, ίσως εμφανίζεται μια
πολιτική σκέψη, με έναν ποιητικό τρόπο. Κυρίως αυτό, όχι το αντίστροφο. Έπειτα,
πάντα γράφω ένα βιβλίο. Είναι σχεδόν μια αυτόματη διαδικασία, χωρίς να
μεσολαβεί σκέψη ή απόφαση. Απλώς γίνεται. Δεν ξέρω αν έχει πολιτικό νόημα.
Πάντως, πολιτική πρόθεση, πολιτικό κίνητρο, δεν έχει σίγουρα. Εκτιμώ ότι δεν
μπορώ να παρέμβω εκεί. Είναι ένα ξένο έδαφος, που θεωρώ τελειωμένο χρόνια. Η
πολιτική σκέψη πέθανε όταν πέθανε ο Καστοριάδης.
Ε2
– Τι διαμελίζει την κοινωνία σήμερα κ. Σταυρόπουλε και τι μπορεί να διαμελίσει
εσάς;
-Μια ανήθικη στάση. Μια προδοσία. Μια ανέντιμη
συμπεριφορά. Η έλλειψη ψυχής, αλήθειας, αξιοπρέπειας. Οτιδήποτε κρυφό. Μιλάω εκ
μέρους μου, για την κοινωνία δεν ξέρω. Φαντάζομαι όμως, ότι ο κατάλογος είναι
μακρύς. Πιστεύω ότι το κρίσιμο διακύβευμα είναι η παραδοχή, αρχικά, ότι είναι
αδύνατον να γλυτώσουμε απ’ τον εαυτό μας.
Μπορούμε είτε να τον θάψουμε, είτε να τον κατανοήσουμε. Οι περισσότεροι
δεν είναι έτοιμοι γι αυτό το άλμα, αυτή την επιλογή. Αποφεύγουν τον καθρέφτη. Σου
λένε: Ξέρεις ποιος είμαι εγώ; Και ξέρουν ότι είναι ο κανένας. Μισούν τον εαυτό
τους γι αυτό που δεν έγιναν. Το χαρακτηριστικό της σημερινής κοινωνίας είναι, πιστεύω,
η έλλειψη ταυτότητας: Στον χώρο των ιδεών, του πολιτισμού, της πολιτικής
θεωρίας, των ανθρώπινων σχέσεων, των οικογενειακών δεσμών, όλων των θεσμών
εξουσίας. Υπάρχει τρομακτικό έλλειμμα συνείδησης. Παντού. Αυτό είναι θλιβερό.
Και κακόγουστο. Μεταβαλλόμαστε σιγά σιγά σε ομιλούντα ζώα. Συντελείται μια
ανακύκλωση χαλασμένων προτύπων, ψεύτικων ανθρώπινων προφίλ, που βολεύει. Και σε
αυτό έχει συμβάλλει πολύ η οικογενειακή εστία, το πρώτο και αναπόφευκτο
σχολείο. Εκεί που παλαιότερα χτίζονταν τα αξιακά δεδομένα, τώρα ετοιμάζονται
δολοφόνοι, ρομπότ, άνθρωποι χωρίς πρόσωπο, χωρίς έρμα, χωρίς ενδοιασμούς. Ο μεγάλος φόβος τους είναι ο φόβος του
αληθινού. Αγαπούν τις μάσκες.
Ε3
– Τι είναι Ρόκ τελικά; Σε μια εποχή που τα πάντα συνθλίβονται, συρρικνώνονται,
αλλοιώνονται, η ιδέα του Ροκ υπάρχει;
-Το ροκ υπήρξε ως ιδεολογική κατεύθυνση,
επαναστατική πράξη, κοινωνική ανατροπή, αντισυμβατικό δόγμα, νεολαιίστικη
πρωτοπορία, ό, τι υπήρξε, στα χρόνια που η εποχή το χρειαζόταν και το
απαιτούσε. Αξιοποίησε δεδομένα, αντέδρασε, πρωταγωνίστησε σε διεθνή γεγονότα,
ανέδειξε καταστάσεις, έπαιξε ρόλο στο Βιετνάμ, στον Γαλλικό Μάη, στο δικό μας
Πολυτεχνείο, στην εξέλιξη των ιδεών. Μετά έγινε βιομηχανία. Κάποτε η μουσική
αυτή ήταν διαμαρτυρία και στάση. Σήμερα είναι εργοστάσια πολυεθνικών που
παράγουν προϊόντα, υποθάλποντας το ψέμα. Υπάρχουν βέβαια και οι μικρές,
ανεξάρτητες εταιρείες που δρουν αγνότερα, αλλά η εποχή έχει πλέον παρέλθει. Ο
κόσμος άλλαξε. Ό, τι έγινε σ’ αυτή την μουσική έγινε την δεκαετία 68-78. Εκεί
συνέβησαν όλα. Και για να μην παρεξηγηθώ: Δεν λέω ότι δεν υπάρχει καλή μουσική,
καλή ροκ σήμερα. Υπάρχει. Εκείνο που δεν υπάρχει είναι η συνθήκη που το
γέννησε. Όταν τα όπλα είναι παρά πόδα, όταν έχουν πλέον υπογραφεί τα συμβόλαια,
όταν οι φωνές είναι ελεγχόμενες, δεν μπορείς να περιμένεις τίποτε περισσότερο
από μια καλή μουσική. Να κάτσεις σπίτι σου, να βάλεις ένα ποτό και να
ευχαριστηθείς τον καινούριο δίσκο του Neil Young ή των Radiohead. Από τον καναπέ σου. Ο ρομαντισμός,
το κίνητρο, τα διψασμένα βλέμματα έχουν χαθεί. Η αλλοτρίωση εισχώρησε παντού.
Υπάρχει καλή μουσική, ναι. Όχι όμως η ιδέα της. Κι αυτό δεν ξέρω αν μου φτάνει.
Ε4
– Πόσο διαφέρει η γυναίκα του σήμερα από τις γυναίκες που διέγειραν την
φαντασία και την δημιουργικότητά σας στις αρχές της λογοτεχνικής σας
αναζήτησης; Πόσο καλύτερα τις έχετε γνωρίσει από τότε; Αν η γυναίκα είναι
δυνατόν να διαβαστεί ποτέ καθολικά..
-Όσο καλύτερα γνωρίζεις κάτι, τόσο
απογοητεύεσαι. Προκύπτουν πληροφορίες που ούτε θα μπορούσες να διανοηθείς. Η
σχέση ανάμεσα στο σημαινόμενο και την συνειδητοποίηση του σημαίνοντος είναι
πάντοτε φθίνουσα. Πτωτική. Η γυναίκα είναι κάτι που δεν μπορεί να εξηγηθεί
εύκολα. Νομίζω πως δεν χρειάζεται, κιόλας. Είναι αυτό που είναι, αυτό που ο
καθένας καταλαβαίνει. Σημασία έχει, η παρουσία της να είναι αληθινή, ανιδιοτελής
και ενδιαφέρουσα. Και ακόμη μεγαλύτερη σημασία έχει να αγαπάς. Ανεξάρτητα από
το τι κάνει ο άλλος.
Ε5
– Στα βιβλία σας συχνά ασχολείστε με θεμελιώδη υπαρξιακά ερωτήματα, όπως το που
καταλήγουν οι άνθρωποι που έχουν περάσει μέσα από συμπληγάδες και εμπειρίες που
χρωμάτισαν ή αποχρωμάτισαν την ζωή τους.
Σε βιβλία σας όπως το «Τι γίνονται οι λέξεις όταν μεγαλώσουν», «Δυο μέρη
σιωπή, ένα μέρος λέξεις» και «Ο Έρωτας θα μας κάνει κομμάτια» για παράδειγμα,
βρίσκει κανείς ένα διαρκώς εναλλασσόμενο στοχαστικό τοπίο, που διακυβεύει τις
αρχές και τα τέλη, τα απόλυτα και τα εύθραυστα, τα καθολικά και τα εν μέρει των
συναισθημάτων. Πόσο αντιθετικοί είμαστε οι άνθρωποι; Και αυτή η αντιφατικότητά
μας, λειτουργεί υπέρ ή κατά στην εξέλιξη μας ως προσωπικότητες, αλλά και ως
μέρος μιας κοινωνίας, που την συνθέτουν πολλές διαφορετικές προσωπικότητες;
-Όλα τα βιβλία που γράφω παίζουν με
την αρχή και το τέλος, αποτελούν αποσπάσματα από ένα βιβλίο που, μάλλον, δεν θα
γράψω ποτέ. Εκεί συμβαίνουν, διακυβεύονται τα πάντα. Νομίζω πως ο όρος «καθολικό»
δεν υπάρχει, δεν υφίσταται στην πραγματικότητα αυτή η διαφορά ανάμεσα στο μέρος
και το όλον που συζητάμε. Ακόμη κι αυτό που ονομάζουμε σύνολο και το έχουμε
αποδεχτεί ως τέτοιο, είναι μέρος ενός αποσπάσματος που προσπαθεί να
ολοκληρωθεί. Όλα όσα βλέπουμε, ζούμε, γράφουμε, αγαπάμε, πράττουμε, είναι
αποσπάσματα. Κομμάτια μνήμης που πασχίζουμε με αγωνία να ενώσουμε. Στα βιβλία
αυτό το διαχειρίζομαι πιο εύκολα, το αντέχω. Στη ζωή, όχι. Είναι πολύ δύσκολο
να δεχτείς την αντιφατικότητα των ανθρώπων, την δυστοκία τους σε συναίσθημα,
την απεραντοσύνη μιας στάσης, τις αντιθετικές τους πράξεις που η μία αναιρεί
την άλλη. Αυτό στη λογοτεχνία είναι προαπαιτούμενο, είναι πλεονέκτημα. Εκεί
τίποτα δεν είναι βέβαιο, σίγουρο, οριστικό. Στη ζωή όμως, οφείλει να είναι. Αλλά
δεν είναι. Αυτός είναι ο λόγος που καταφεύγω κυρίως στη νύχτα, στον ύπνο μου.
Έξω μαίνεται ο πόλεμος και είναι ανελέητος. Των ανθρώπων. Τα όνειρα που βλέπω είναι σημαντικά. Με
προφυλάσσουν, κατά κάποιο τρόπο, από αυτό που θα κληθώ να αντιμετωπίσω αύριο.
Πρόκειται για ένα άγνωστο, ακόμη αδιερεύνητο σύμπαν, που είναι ακραιφνώς
ποιητικό, θα έλεγα προφητικό σχεδόν, και αν το αποκωδικοποιήσεις σωστά, αν
δεχτείς να γοητευθείς από την συμβολική του σημασία, θα κερδίσεις πολλά. Τα
όνειρα είναι τα μόνα που δεν σε προδίδουν ποτέ. Και η άγνωστη δύναμη που
βρίσκεται εκεί πάνω, ψηλά στον ουρανό, και έχει πολλά ονόματα. Το έλεγε ο
Σαχτούρης: «Ας μην το κρύβουμε. Διψάμε όλοι για ουρανό». Ο ουρανός υπάρχει. Για
όλους. Όμως λίγοι τον βλέπουν, λίγοι τον παρατηρούν. Είναι μια σκεπή, μια
αφορμή εσωτερικότητας. Εγώ πιστεύω στην αρμονία. Και στα εντός μου γενέθλια. Εκεί
ψηλά, διαπράττονται τα όνειρα. Σχεδιάζονται και υλοποιούνται. Μιλώ μεταφορικά,
να μην παρεξηγηθώ. Ό, τι βλέπω όμως, συμβαίνει. Είναι πολύ παράξενο, αλλά συμβαίνει.
Και δεν θα ήθελα να το αναλύσω περισσότερο αυτό. Απλώς το δέχομαι και το
εμπιστεύομαι. Μου το έχει αποδείξει η
διαδρομή.
Η κοινωνία οφείλει να συντίθεται από
διαφορετικές προσωπικότητες. Και ο άνθρωπος οφείλει να είναι ένας, μοναδικός.
Να μην πάμε στον Πεσσόα τώρα… Στη νύχτα, λοιπόν, δεν υπάρχουν μάσκες, τα
πράγματα είναι καθαρά. Τη μέρα κυκλοφορούν τα σώματα των ανθρώπων, φορώντας
διαφορετικά πρόσωπα, κατά περίσταση. Την νύχτα επέρχεται η συνειδητοποίηση – η
ποίηση της συνείδησης, για όσους έχουν, μπορούν και θέλουν να δουν. Εκεί τα γεγονότα
είναι αποκαλυπτικά: Ένας νέος κόσμος, μέσα στον κόσμο που ζούμε. Μια νέα
εκδοχή. Το εναλλασσόμενο στοχαστικό πεδίο που λέτε οφείλεται, εν πολλοίς, σε
πληροφορίες που έχω απομυζήσει από τα όνειρά μου. Συνηθισμένα όνειρα.
Συνηθισμένοι εφιάλτες. Που όμως φωτογραφίζουν το άγνωστο και αποκαλύπτουν το
δήθεν. Τα όνειρα είναι το αντίθετο της υποκρισίας.
Ε6
– Συχνά γράφετε για το τέλος. Το τέλος του ανθρώπου, το τέλος του έρωτα. Ενώ
όμως, χαρακτηρίζεστε από πολλούς αναγνώστες ως ένας πεσιμιστής συγγραφέας και
ποιητής, τολμώ να πω πως οι γραφές σας είναι γεμάτες δέσμες φωτός. Για
παράδειγμα στο «Πιο Νύχτα δεν γίνεται» και στο «Μετά», αισθάνομαι πως όλη η
καταγραφή γίνεται για να οδηγήσει τον αναγνώστη, στην οδό της ανακάλυψης του
τρόπου της ανατροπής αυτού του σκοτεινού πεπρωμένου.
-Συμφωνώ απολύτως μαζί σας. Θα έλεγα
ότι όλη η τετραλογία διέπεται από ένα ακαθόριστο φως. Υπάρχει μια ρήξη με τον
θάνατο, μια μετωπική σύγκρουση με οτιδήποτε σκοτεινό, είναι ένας πρόλογος – ουτοπικός
ίσως – σε αυτό που ήλπιζα να συμβεί, να ακολουθήσει. Μου έχουν αποδώσει πολλούς
χαρακτηρισμούς, ένας από αυτούς είναι του πεσιμιστή. Δεν ισχύει κανένας,
ειλικρινά. Τα τέσσερα αυτά βιβλία περιγράφουν αυτό που θα ήθελα εγώ να δω στον
κόσμο. Υπάρχει μια νέα γέννηση εκεί, στο «Καπνισμένο κόκκινο», που είναι καθαρά
αναγεννησιακό. Υπάρχει η μεγάλη προσδοκία της αλληγορικής θάλασσας στο «Μετά»,
ακόμη και στο «Πιο νύχτα δεν γίνεται», που αναγκαστικά από κει ξεκινά το
γκρέμισμα, η αποκαθήλωση του κόσμου, υπάρχουν παράπλευρα όνειρα, ανατροπές του μοιραίου,
καθώς λέτε, υπάρχει ζωοφόρος δύναμη, αέρας, πνοή. Είμαι περήφανος γι αυτά τα
βιβλία. Περήφανος που κατάφερα να τα ολοκληρώσω. Είναι η μικρή μου συνεισφορά
σε ό, τι διαπίστωσα όλα αυτά τα χρόνια, η διαδρομή της όρασής μου. Εδώ θα ήθελα
να πω κάτι για την «Σμίλη», για τον Χρήστο Κουτσιαύτη. Είναι ένας άνθρωπος που
προσπαθεί συνεχώς, με μεγάλο μεράκι, για το αύριο. Τα βιβλία που εκδίδει
τριάντα τόσα χρόνια είναι υποδειγματικά. Κατάλαβε την αγωνία μου, ένιωσε αυτό
που με έκαιγε. Έχω πολλά εξοχικά στον εκδοτικό χώρο, πολλούς φίλους εκδότες με
τους οποίους συνεργάζομαι άψογα, έχω, όμως, πλέον και ένα σπίτι. Και αυτό, μου
φαίνεται θαυμάσιο.
Ε7
– «Ολομόναχοι Μαζί»: Ένα ιδιαίτερο βιβλίο. Ένα βιβλίο που νομίζω πως η επιτυχία
του έγκειται και στο γεγονός πως προσπάθησαν να το αντιγράψουν, αν και νομίζω
πως μόνο κακέκτυπο μπορώ να χαρακτηρίσω το αποτέλεσμα της «προσπάθειας». Παρόλα
αυτά, το «Ολομόναχοι Μαζί» μοιάζει με κραυγή, με κείμενα μονόλογους ενός
παράφρονα πολίτη του έρωτα και όχι μόνο του έρωτα, αλλά και του κόσμου. Μια
γυναίκα, ναι… Μα μια ψυχή θα έλεγα άνευ φύλου. Συγχωρήστε μου την αυθάδεια να
μεταφράζω, αλλά με ενδιαφέρει πολύ η αλληγορία που δεν είναι εμφανής πάντοτε.
Θεωρώ, δε πως είστε μετρ του είδους, αφού οι αλληγορίες σας είναι για πολύ εκπαιδευμένους
αναγνώστες.
-Κοιτάξτε, όταν κάποιος αποφασίζει να
προχωρήσει σε κάτι εντελώς νέο, έξω από τον συνηθισμένο κώδικα, χωρίς συμμάχους
και «εισφορές αλληλεγγύης», χωρίς εντάξεις και προσχωρήσεις σε «ομάδες κρούσης»,
το βέβαιο είναι ότι πολλοί θα ενοχληθούν. Μετά, όταν κάτσει το πράγμα, θα
προσπαθήσουν να μιμηθούν ό, τι μπορούν από αυτό που κατηγορούσαν. Αυτό δεν
συνέβη μόνο με το «Ολομόναχοι», συνέβη και με το «Ο έρωτας θα μας κάνει
κομμάτια», συνέβη και με την «Νύχτα». Είναι κάτι που, τελικά, αποτιμώντας το,
μου δίνει χαρά. Θεωρώ ότι είναι μια καίρια και καθοριστική νίκη, μια δικαίωση
αυτού που πίστευα και στο οποίο είμαι προσηλωμένος. Κάποιοι εκδίδουν 2-3
βιβλία, με χίλια βάσανα, τρομακτικό σπρώξιμο και «αδιευκρίνιστες» συνθήκες και
νομίζουν πως έγιναν ποιητές. Δεν έγιναν, έγιναν απλώς ρεζίλι. Δυστυχώς,
βασιλεύει η άγνοια και η πόζα. Είναι και κάτι αχθοφόροι, της προσκολλήσεως, που
κουβαλούν βιβλία άλλων σε εκδοτικούς οίκους, δουλεύοντας χαμαλίκι και θέλουν να
προαχθούν σε συγγραφείς. Δεν γίνεται. Πολλοί από αυτούς που γράφουν είναι
αγράμματοι. Τους ενδιαφέρει μόνο η φωτογραφία, όχι ο τόπος. Η γραφή είναι
τόπος. Και στους τόπους σημασία έχει το χώμα, το υπέδαφος. Όχι τα λόγια και οι
συγκυριακές συμμαχίες. Ό,τι είσαι βγαίνει. Στα κείμενα υπάρχουν όλες οι
πληροφορίες για αυτούς που τα έγραψαν. Δεν μπορείς να κρύψεις τίποτα, ιδίως την
υστέρησή σου.
Το «Ολομόναχοι μαζί» είναι από τα
αγαπημένα μου βιβλία, αν και η ιστορία του δεν είναι τόσο ευχάριστη. Δεν
πρόκειται, πάντως, για μονολόγους ενός «παράφρονα πολίτη του έρωτα». Είναι η
αλληγορία ενός γυναικείου δισταγμού, μιας πλάγιας υποχώρησης, ενός
πισωγυρίσματος, ενός τοκετού που αναβλήθηκε λόγω φόβου. Άλλωστε, δεν πιστεύω
στον έρωτα, πιστεύω στην αγάπη. Ο έρωτας είναι ένα τυφλωτικό γεγονός, η αγάπη
είναι εκτυφλωτική. Εκεί τα γυαλιά τα χρειάζεσαι για να δεις και άλλα θαύματα,
όχι για να παραποιήσεις τα όσα ήδη βλέπεις και ξέρεις. Ο φακός της αγάπης είναι
ευρυγώνιος, καλύπτει όλα τα πλάνα. Αυτό έκανα με το «Ολομόναχοι». Πρόκειται για
ένα βιβλίο αγάπης. Δεν θα μπορούσα να σκεφτώ κάτι άλλο για να κλείσω την
τετραλογία. Και η αγάπη εκφράζεται πάντα μέσα από μια γυναίκα. Ο κόσμος, αν και
με αρσενικό άρθρο, είναι γένους θηλυκού.
Ε8
– Το 2015 ήταν μια εξαιρετικά δημιουργική χρονιά για εσάς με τρία βιβλία.
Μιλήστε μου για το κάθε ένα και θα ήθελα να σταθούμε κυρίως, στις «Ασκήσεις
Ύφους», το πιο πρόσφατο, που έχετε γράψει μαζί με την κα Μαρία Χρονιάρη.
-Το 2015 ήταν η χειρότερη χρονιά της
ζωής μου. Κομβικής σημασίας και ίσως, η πιο δημιουργική. Συμβαίνει αυτό, όταν
διαπιστώνεις πράγματα που σε εκπλήσσουν, σε βγάζουν από τον συνηθισμένο δρόμο
σου. Εκδόθηκαν τέσσερα βιβλία, μαζί με το μονόφυλλο «Επίλογος», που κυκλοφόρησε
τα Χριστούγεννα, σαν ένδειξη ευγνωμοσύνης προς το αναγνωστικό κοινό που με
ακολουθεί. Μου κάνει μεγάλη εντύπωση, καταρχήν, το γεγονός ότι θέλετε να σταθώ
ιδιαίτερα στις «Ασκήσεις ύφους». Ας ξεκινήσω, λοιπόν, ανάποδα. Από το βιβλίο
που έγραψα μαζί με την Μαρία Χρονιάρη. Εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 15 από τις
εκδόσεις Βιβλιόραμα. Περιέχει έξι μακροσκελή ποιήματα, συν ένα έβδομο, που
συγκροτούν τα δύο εισαγωγικά σημειώματα, και σηματοδοτεί, εγκαινιάζει,
συνεισφέρει σε κάτι, που θεωρητικά, για την λογοτεχνία, δείχνει δύσκολο. Μπορείς να γράψεις ένα πεζογράφημα, διαδοχικά,
μαζί με κάποιον άλλον, συνεχίζοντας την ιστορία από εκεί που την άφησε εκείνος,
προσθέτοντας την δική σου θέαση. Είναι εφικτό, σχετικά εύκολο. Το δύσκολο
συμβαίνει στο ποίημα, που λόγω της καταγωγής του, λόγω της ιστορίας του, λόγω
του ότι προσπαθεί να πει πάρα πολλά, χρησιμοποιώντας πολύ λίγα, το εγχείρημα
φαντάζει πολύ φιλόδοξο. Η ομοιογένεια κινδυνεύει σε κάθε γραμμή. Θεωρώ ότι το
«πείραμα» πέτυχε. Υπήρχαν δύο άνθρωποι που ο ένας προσπαθούσε να μάθει και ο
άλλος προσπαθούσε να ξεχάσει την «σοβαρότητα» του εγχειρήματος της ποίησης. Γι
αυτό πέτυχε. Επειδή ήταν ακαριαίο. Και επειδή οι προθέσεις, απ’ όσο μπορώ να
γνωρίζω – γιατί απόλυτα μπορείς να μιλήσεις μόνο για τον ίδιο σου τον εαυτό,
ήταν ειλικρινείς. Το θεωρώ ένα πολύ καλό βιβλίο. Και την προσπάθεια, την
κατάθεση της Μαρίας Χρονιάρη, απόλυτα επιτυχημένη. Προηγουμένως, είχαν
κυκλοφορήσει «Ο άνθρωπος έσπασε», τον Απρίλιο του 15 από τις εκδόσεις
Γαβριηλίδης και το «Κατά τον δαίμονα εαυτού», τον Ιούλιο του ίδιου έτους, από
τις εκδόσεις Σμίλη. Θα έλεγα ότι ο «Δαίμονας» είναι από τα πιο σημαντικά μου
βιβλία. Περιέχει σημαντικές καταθέσεις, που υπό άλλες συνθήκες, αν η δομή του
ήταν διαφορετική, δεν θα μπορούσαν να εκφραστούν – ποσοτικά – σε ένα μόνο
βιβλίο. Η φόρμα που έχει, σαν σημειωματάριο ιδεών, του το επιτρέπει. Σκέφτηκα
ότι θα ήταν χρήσιμο, από κάθε άποψη, να γνωρίζουν οι αναγνώστες πώς σκέφτομαι
«καθημερινά», όταν δεν βρίσκομαι σε «καθεστώς συγγραφής βιβλίου». Είναι ένα
βιβλίο εκτός βιβλίου. Και από την άλλη, ένα βιβλίο μέσα σε πολλά άλλα βιβλία. Πολύτιμο
για μένα. Και για σας, ελπίζω. «Ο άνθρωπος έσπασε» είναι μια συλλογή 43
ποιημάτων που αναφέρονται, αποχαιρετούν, σχολιάζουν, την γυναίκα που ήταν ο κόσμος. Είναι το γνωστό πρόσωπο που
κυριαρχεί στην τετραλογία. Δεν νομίζω ότι θέλω να πω κάτι άλλο. Απλώς αυτό:
Πρόκειται για ένα αποχαιρετισμό σε μια ηρωίδα τεσσάρων βιβλίων, που είχα
συνηθίσει να είναι δίπλα μου.
Ε9 - Αναμένουμε όλοι το νέο σας βιβλίο, με τίτλο ΤαΠΕΙνΩΣΗ. Tο γεγονός, ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι σήμερα επιθυμούν διακαώς να γίνουν μέρος της λογοτεχνίας, να χριστούν με τίτλους της και δεν διστάζουν να φθάσουν στα άκρα για να το πετύχουν, έχει παίξει ρόλο στην ολοκλήρωση αυτού του βιβλίου; Πρόσφατα μιλήσατε ανοικτά για αυτό σε μια ανάρτησή σας στο διαδίκτυο, όπου δεχθήκατε πάρα πολλά σχόλια συμπεριλαμβανομένων και δικών μου σχολίων. Εκεί αναφέρατε και το νέο σας βιβλίο. Με αφορμή αυτό σκέφτηκα την ερώτηση. (Εσείς αναφερόσαστε σε γυναίκες. Εγώ γνωρίζω και άνδρες που το πράττουν και το έχουν διαπράξει.)
Ε9 - Αναμένουμε όλοι το νέο σας βιβλίο, με τίτλο ΤαΠΕΙνΩΣΗ. Tο γεγονός, ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι σήμερα επιθυμούν διακαώς να γίνουν μέρος της λογοτεχνίας, να χριστούν με τίτλους της και δεν διστάζουν να φθάσουν στα άκρα για να το πετύχουν, έχει παίξει ρόλο στην ολοκλήρωση αυτού του βιβλίου; Πρόσφατα μιλήσατε ανοικτά για αυτό σε μια ανάρτησή σας στο διαδίκτυο, όπου δεχθήκατε πάρα πολλά σχόλια συμπεριλαμβανομένων και δικών μου σχολίων. Εκεί αναφέρατε και το νέο σας βιβλίο. Με αφορμή αυτό σκέφτηκα την ερώτηση. (Εσείς αναφερόσαστε σε γυναίκες. Εγώ γνωρίζω και άνδρες που το πράττουν και το έχουν διαπράξει.)
-Πολύς κόσμος με ρωτάει, όλοι
περιμένουν αυτό το βιβλίο. Θα ξαναπώ ότι θα ήθελα να μην το είχα γράψει.
Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να γράψεις κάτι τόσο άρρωστο, αν κι εσύ δεν
είσαι λίγο. Έπρεπε να υπερβώ τον εαυτό μου, έπρεπε να το κάνω. Ανέκαθεν, από
μικρό παιδί, ήμουν υπέρ της υγείας. Δυστυχώς οι σχέσεις μας, οι ανθρώπινες
σχέσεις, αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο. Κυκλοφορεί πολύ πλαστικό ψέμα, πολύ
πόζα. Το παιδί, από νωρίς, αντιγράφει στο σπίτι το λάθος πρότυπο. Κάνει αυτό
που βλέπει να κάνουν οι άλλοι, οι δικοί του. Βολεύεται σ’ ένα ξένο αίμα,
μπαίνει σε παπούτσια που δεν είναι δικά του. Φονεύει τον εαυτό του. Η
«ΤαΠΕΙνΩΣΗ» είναι η ιστορία ενός φόνου, που συμβαίνει σε ένα δωμάτιο, στο
κέντρο κάποιας πόλης. Περιγράφονται δύο ερωτικές νύχτες. Υπάρχει ένα σκοτεινό
μυστικό. Το βιβλίο θα ενοχλήσει πολύ και πολλούς γιατί ονομάζει με τις
κανονικές λέξεις τα όσα διαμείβονται μεταξύ των δυο εραστών. Όμως πιστεύω ότι
δεν υπάρχουν πρόστυχες λέξεις, υπάρχουν μόνο πρόστυχες ψυχές. Η «ΤαΠΕΙνΩΣΗ»
είναι ένα βιβλίο γι αυτές. Για τις πρόστυχες ψυχές, που συνήθως, δεν έχουν ούτε
ένα συγγνώμη. Γιατί δεν έχουν κόκκινες γραμμές, δεν έχουν εαυτό, δεν έχουν
συνείδηση. Η βία και η ωμότητα που κυριαρχεί και περιγράφεται μέσα σε εκείνο το
δωμάτιο είναι συμβολική. Κάτι δηλώνεται. Συμβαίνουν ακραία περιστατικά, ένας
ερωτικός όλεθρος που δεν είναι η πείνα για τον άλλον, αλλά η προδοσία για
κάποιον άλλον. Φυσικά, είναι fiction.
Υπάρχει η υπερβολή της μυθοπλασίας, της διόγκωσης των γεγονότων για να
καταφέρεις να μεταδώσεις τα όσα συμβαίνουν πίσω και πέρα απ’ τα σώματα και κυρίως
τι διακυβεύεται. Ο τρόπος που περιγράφεται η ερωτική πράξη είναι συμβολικός,
δεν σημαίνει ότι συνέβη κιόλας. Στο κέντρο βρίσκεται πάντα το ψεύτικο όνειρο, η
άβυσσος μιας ψυχής. Και η ευκαιρία να αφηγηθείς, με έναν άλλο τρόπο, τον Λακάν.
Αυτό που ρωτάτε, για όσους επιθυμούν
να συμμετάσχουν στο «πάρτι του πνεύματος», να γίνουν μέρος μιας λογοτεχνίας που
στην πραγματική πραγματικότητα αγνοούν και να «χριστούν» με τους τίτλους της,
ισχύει απόλυτα. Και ναι, δεν διστάζουν να φτάσουν στα άκρα προκειμένου να
πετύχουν τον στόχο τους. Να «νοικιάσουν», να «κλέψουν» ένα δεύτερο πρόσωπο, πιο ελκυστικό, πιο
λαμπερό απ’ το δικό τους. Το βιβλίο αναφέρεται και σ’ αυτό. Έχει παίξει τον
ρόλο του. Η ηρωίδα «ασχολείται» με την
λογοτεχνία, «αγαπάει» την ποίηση και τα παραμύθια. Αγαπάει, δυστυχώς, και άλλα…
Στο φύλο δεν υπάρχει, φυσικά, αποκλειστικότητα. Θα μπορούσε να είναι άντρας.
Απλώς στο βιβλίο έτυχε να είναι γυναίκα. Δεν υφίσταται καμία συνδήλωση πίσω απ’
αυτό. Οι άνθρωποι διαπράττουν μια πράξη, συγκεκριμένη, και μετά την ονομάζουν
αλλιώς, για να συνεχίσουν να κοιμούνται. Δεν κοιμούνται, νομίζω. Την ντροπή, αν
δεν την βγάλεις, θα σε φάει. Θα ήθελα, απλώς, να αναγγείλω, στο καθαρά
λογοτεχνικό πεδίο, ότι το βιβλίο πηγαίνει πέραν της ηδονής, πέραν της
βαρβαρότητας, πέραν της σκληρής ιστορίας του. Πηγαίνει εκεί ακριβώς που
συμβαίνει, που συντελείται η πράξη – και το μέρος αυτό είναι πάντα η ψυχή. Το
χρέος του είναι να την αφηγηθεί. Αυτό κάνουν, συνήθως, τα βιβλία: Αφηγούνται
έναν θάνατο. Αλλά, νομίζω, θα μιλήσουμε πολύ γι αυτό, όταν εκδοθεί.
Ε10
– Ο Κόσμος αλλάζει και μας τρομάζει. Θα ήθελα μια εκτίμηση και μια ευχή για τα
χρόνια που έρχονται.
-Νομίζω ότι ο τρόπος που διατυπώσατε
την ερώτηση, εμπεριέχει και την απάντησή μου. Η αλλαγή είναι τρομαχτική,
συμβαίνει μια κοσμογονία από την ανάποδη. Ένας αρνητικός χείμαρρος που
παρασύρει τα πάντα. Τα πράγματα είναι, μάλλον, πολύ δύσκολα. Δεν θέλω να κάνω
κάποια εκτίμηση. Μια ευχή μόνο, όχι την τυπική, να πάμε καλύτερα, γιατί δεν θα
πάμε, και θα καταντούσε ευχολόγιο: Ό, τι είναι να τελειώσει, να τελειώσει, για
να περάσουμε στο καινούριο. Στο νέο – και ελπίζω, αληθινότερο. Θα ήθελα οι
άνθρωποι να αφήσουν κάτω τις μάσκες, όπως αφήνουν οι στρατιώτες τα όπλα τους
μετά το τέλος του πολέμου, και να προχωρήσουν μπροστά, με τον πραγματικό εαυτό
τους, όποιος κι αν είναι αυτός, όσο λίγος και αν τους μοιάζει. Αυτό θα είναι
ένα πρώτο βήμα, μια εκκίνηση, ένα παραθυράκι στο αύριο. Αυτή είναι η ευχή μου.
Οι άνθρωποι δεν έχουν μάθει καν να φεύγουν. Ξέρετε γιατί; Γιατί δεν γνωρίζουν
να έρχονται πραγματικά. Πώς να φύγεις από κάπου όταν δεν έχεις πάει ποτέ; Έχει
χαθεί το μέτρο, η προσωπικότητα, η στάση. Αυτή είναι η ευχή μου: Να τα
ξαναβρούμε. Και αυτή τη φορά να τα εκτιμήσουμε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΙ ΕΔΩ ΤΗΝ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου