Κυριακή 30 Μαρτίου 2025


 

(ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ STRIKES AGAIN)
 
«Θα με συλλέξω στη συλλογή με τα γραμματόσημα μου αφού έχω κόλλα στο σώμα μου. Θα κολλήσω σαν γραμματόσημο στο πακέτο που πάει για Αμερική. Εκεί θα ζω στην Νέα Υόρκη και θα κάνω βόλτες με ένα τζιπ. Γράφω και κάνω πράξη τα αθάνατα λόγια μου. Οι ασήμαντες προειδοποιήσεις σου δεν με σταματούν. Σε ένα κόσμο από γυαλί. Μέσα του είμαι εγώ και δαγκώνω σαν μια κόμπρα τον ανύπαρκτο κόσμο.
 
Είμαι το μαύρο φως».
 
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
Ετών 10
6 Αυγούστου 2017
 
***
 
«Παλεύω με τις σκέψεις μου. Τα άπειρα ποιήματα μου είναι πλέον αδιάφορα σ’ αυτή την ελεύθερη φυλακή. Αληθεύω το ψέμα, όλοι είναι ανύπαρκτοι. Ένα φως απ’ τον ουρανό έρχεται και με παίρνει μαζί του. Όλα αλλάζουν κι εγώ μεταλλάσσομαι. Νοιώθω και θέλω τόσο διαφορετικά πράγματα.
Αλλά ένας ποιητής ποτέ δεν σταματά».
 
ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
Ετών 10
7 Αυγούστου 2017
Στο πλοίο ΑΡΙΑΔΝΗ για Μυτιλήνη
 
Φωτογραφίες: 9 ετών στο Λουτράκι.
 
ΥΓ. Για να μην λέμε και γράφουμε ότι θεωρητική καρικατούρα θέλουμε, ορίζοντας ο καθένας τι είναι και τι δεν είναι η ποίηση. Ως μεγάλοι. Κάνοντας και μαθήματα. Και αδιαφορώντας για το ένστικτο. Την σφαίρα που φεύγει από το όπλο. Έτσι, χωρίς λόγο. 

 
© Copyright: Ευαγγελία Αραμπατζή - Σταυροπούλου

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2025

AIMA

 

Στην λογοτεχνία δεν κάνεις καριέρα, κάνεις αιμόπτυση. Και βρίσκονται και 2-3 άλλοι κοντά σου και σου δίνουν ένα μαντήλι για να σκουπίσεις το αίμα.
Όταν αυτό τελειώσει, κάνεις μετάγγιση.
Για να συνεχίσεις.
 
Είναι τόσο απλό, αλλά, συγχρόνως, και τόσο δύσκολο..
 
Σ.Σ.
 

 
 
*Μπουάτ Απανεμιά, 2015. Από το βιβλίο ΟΛΟΜΟΝΑΧΟΙ ΜΑΖΙ (Σμίλη, 2014)

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2025

ΑΥΤΟ ΤΟ ΡΟΚ ΔΕΝ ΘΑ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ ΠΟΤΕ: ΤΟ ΠΑΡΤΥ ΣΤΟ CLOSER

 *Η εκδήλωση έγινε στο bar Closer στις 15-4-2018.

Με την ευκαιρία της έκδοσης του τόμου ΑΥΤΟ ΤΟ ΡΟΚ ΔΕΝ ΘΑ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ ΠΟΤΕ, που περιλαμβάνει δύο εξαντλημένα, εδώ και 13 χρόνια, βιβλία του («Το ροκ που παίζουν τα μάτια σου» και το «Για όσο ροκ αντέχεις ακόμα») ο Stavros Stavropoulos και οι εκδόσεις Apopeira σας προσκαλούν σε ένα ροκ πάρτι μέχρι το πρωί στο μπαρ Closer .
Στα decks του μαγαζιού ο Stavros Stavropoulos θα παίζει την μουσική της βραδιάς, την μουσική των βιβλίων, την μουσική αυτής της αιώνιας διαδρομής.
 
Οπτικοακουστικά μέσα, προβολές: Ιωαννης-Μενελαος Τασιος
 
Αποσπάσματα από το βιβλίο διαβάzουν:
 
Danai Papoutsi III (συγγραφέας, ηθοποιός)
Tonia Kosmadaki (ποιήτρια)
Gkanasou Julia (συγγραφέας)
Mata Kastrisiou (συγγραφέας, ηθοποιός)
Φανή Χούρσογλου (συγγραφέας)
María Mandalou (ποιήτρια)
Ειρήνη Σταματοπούλου (συγγραφέας)
Βίβιαν Στεργίου (συγγραφέας)
Αννίτα Λουδάρου (συγγραφέας)
Pela Soultatou (συγγραφέας)
Νάνα Παπαδάκη (ποιήτρια, ηθοποιός, σκηνοθέτις)
Vera J. Frantzh (ποιήτρια)
Χαρά Τσιώλη (ηθοποιός)
ΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑ (ποιήτρια)

 *

Σε είχα τόσο ονειρευτεί που πια δεν υπήρχες. Σε είχα τόσο ονειρευτεί, χωρίς λέξεις, χωρίς μουσική, χωρίς όρια, χωρίς τις βραδιές στην παραλία Καστράκι Νάξου, χωρίς το μπαρ Le Roi, χωρίς τη φράση L'enfer c'est les autres, χωρίς τη δέσμευση που γεννά μια συνήθεια, ώστε το μόνο που χρειαζόταν να είμαι για να είμαι πραγματικός ήταν μια όχι πραγματική πραγματικότητα. Μια επινόηση της σημερινής πραγματικότητας, ένα καμουφλάζ των σημαντικών γεγονότων, μια μεταμφίεση του λογικού χρόνου. Μια παρουσία που θα βασιζόταν στην απουσία σου εικονική. 

(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) 

Σ.Σ. 


https://apopeirates.blogspot.com/

https://www.facebook.com/Apopeira/?locale=el_GR 

 

 


 

 

 

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025

AS THE YEARS GO PASSING BY


 


Τότε που οι παρουσιάσεις των βιβλίων μου ήταν και θεατρικές παραστάσεις. Σκηνικά δρώμενα. Μετάγγιση αίματος. Με την συμμετοχή του κοινού. Και σήμαιναν κάτι.
 
Polis Art Cafe
Δευτέρα, 29 Σεπτεμβρίου 2014
 
*Για τα δύο τελευταία βιβλία της Τετραλογίας: Καπνισμένο Κόκκινο (Σμίλη, 2013) και Ολομόναχοι Μαζί (Σμίλη, 2014).
 
Ερμηνεία: Vassiliou Vassia
Μουσική: Eirini Anastasiou
Ομιλητές: Nella Synadinou, Συγγραφέας, Καθηγήτρια Φιλολογίας
Πέπη Ρηγοπούλου, Συγγραφέας, Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης
Αλίκη Κοσυφολόγλου: Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών.
 
ΕΔΩ ΤΟ ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΔΡΩΜΕΝΟ ΠΟΥ ΠΡΟΗΓΗΘΗΚΕ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ
 
 
 
 

ΓΙΑ ΝΑ ΞΑΝΑΣΥΣΤΗΘΟΥΜΕ

 

Μετά από είκοσι πέντε βιβλία, συνειδητοποιώ ότι η ποίησή μου δεν γράφεται για να σώσει τον κόσμο, αλλά για να σώσει τον εαυτό μου. Δεν είναι ποίηση του συνόλου, είναι ποίηση του ατόμου.
 
Γράφω, σημαίνει ενίσταμαι.
 
Σ. Σ. 
 
*
 

Ο Σταύρος Σταυρόπουλος γεννήθηκε στο Μοσχάτο το 1962. Έχει γράψει ποίηση, πεζογραφία, κριτική, ένα θεατρικό μονόλογο, και έχει συνεργαστεί ως αρθρογράφος με πολλά έντυπα και εφημερίδες. Την επταετία 2001 - 2008 διατηρούσε μόνιμη στήλη στην εφημερίδα Metro με θέμα το βιβλίο και την τριετία 2008-2011 υπήρξε βασικός συντάκτης της εφημερίδας Ελευθεροτυπία στο ένθετο Βιβλιοθήκη, όπου διατηρούσε, εκτός των άλλων και την στήλη "Νύχτα είναι, θα περάσει". Για τρία χρόνια δούλεψε ως παραγωγός στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ Open στην εκπομπή "Ολομόναχοι μαζί" που είχε σαν θέμα καλεσμένους από τον χώρο της λογοτεχνίας και του πολιτισμού.


Έχουν εκδοθεί 25 βιβλία του (τα περισσότερα ποιητικά) εκ των οποίων τρία έχουν μεταφερθεί στο θέατρο. Η τετραλογία Πιο νύχτα δεν γίνεται (Οξύ 2011) – Μετά (Απόπειρα 2012) – Καπνισμένο κόκκινο (Σμίλη 2013) και Ολομόναχοι μαζί (Σμίλη 2014) εγκαινιάζει την λεγόμενη Κοσμική τετραλογία, και θεωρείται έργο αναφοράς, σαν μια μεγάλη, φασματική αλληγορία που διαρρηγνύει τα πλαίσια του Κανόνα.


Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα Αγγλικά, στα Γαλλικά, στα Γερμανικά, στα Ισπανικά και στα Σέρβικα.


 

Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2018

ΘΑ ΗΤΑΝ ΑΓΡΑΦΟΣ ΑΚΟΜΑ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΑΝ ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕΣ






Σταύρος Σταυρόπουλος
So Long, Marianne
Εκδόσεις Σμίλη, 2017

«Θα ήταν άγραφος ακόμα ο κόσμος αν δεν υπήρχες…»


της Μαρίας Μανδάλου

Τότε δεν είχε γεννηθεί ακόμη η γραφή. Ορφανός κειμένου ο άνθρωπος είχε μικρούς θεούς να τον ορίζουν και σκάρωνε κόσμους και γυναίκες από πηλό. Η σύνθεση ξεκινά ακριβώς με αυτήν την αναψηλάφηση πανάρχαιων μύθων και την αντίφαση που χτίζεται σε όλη της την ανάπτυξη και οδηγεί το ποιητικό «εγώ» σ’ έναν αμφίσημο λόγο-εκφορά: «Κάποτε πρέπει να υπήρχε μια γυναίκα. Ήταν μετρίου αναστήματος, μέτριου βάθους, μέτριας ζωής.» Αυτή η σχεδόν γυναίκα, απαλλαγμένη από τα χαρακτηριστικά του αλλοτινού της μεγαλείου, ενδύεται ονόματα-σύμβολα, απεκδυόμενη κάθε ευθύνη: ανήκει στον αρσενικό πλάστη, που την ορίζει αφετηρία της προσωπικής του μυθολογίας, ενώ η Αγάπη, που εξουσιάζει και σμιλεύει τελετουργικά όλη την ποιητική σύνθεση, οδηγεί προς μια καθαρτήρια έξοδο: «η αγάπη ζει χωρίς γραμματική εκεί που η μετοχή είναι απεριόριστη.»

Η Μάριαν, έρμαιο του πεπρωμένου της, θα επιστρέφει ξανά και ξανά, ως φάντασμα, ναρκισσευόμενος Σίσυφος, στον τόπο του εγκλήματος. Δεν θα αναληφθεί ποτέ στους ουρανούς. Θα εγκολπωθεί αυτάρεσκα τον ντετερμινισμό ενός πάθους που δεν θα αποκτήσει ποτέ πληθυντικό, όσες φορές και αν το «εμείς» εμφανίζεται στους στίχους που της αφιερώθηκαν. Η γυναίκα που ήταν ο κόσμος, αυτό το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου που πεθαίνει αργά και βασανιστικά στην πορεία των στίχων και ξαναγεννιέται από τις στάχτες τους, γνωστή και από άλλα βιβλία του ποιητή, δεν είναι παρά η υπέρτατη δικαιολογία για να καταγραφεί το απόλυτο της Αγάπης, σ’ ένα σύμπαν που την επικαλείται για να μπορέσει να επαναπροσδιορίσει το όνομά του: «Χωρίς εσένα δεν ξέρω να ζω.» 

Λίγο πιο κάτω ένας στίχος που θα μπορούσε ίσως να ανήκει στον Μπωντλαίρ: «Κανένας θάνατος δεν μπορεί να είναι πιο όμορφος από σένα». Το παρελθόν που υπήρξε, ο τόπος όπου ως παιδί ο ποιητής αφήνεται στην εξουσία του βλέμματος του Άλλου, προσπερνά με δειλές δρασκελιές το παρόν για να καταλήξει σ’ ένα μέλλον που προδιαγράφεται κι αυτό άψυχο αντίγραφο του χθες. Η ανυπαρξία διαδέχεται την ανυπαρξία: «Όσο ανύπαρκτη κι αν είσαι, εσύ θα υπάρχεις.» Το So Long, Marianne διακατέχεται από ετούτον τον σπαραχτικό διχασμό ανάμεσα στο χθες και το αύριο, ανάμεσα στο φαντασιώδες και το υπαρκτό, διαλύεται μέσα σε ανίερες φωτοσκιάσεις, δείχνοντας ότι κλείνει έναν μεγάλο κύκλο. Η γυναίκα που ήταν ο κόσμος, στερημένη όλων των χαρακτηριστικών της που θα την καθιστούσαν μήτρα και γένεση, το μόνο που ξέρει και μπορεί πια είναι να γεννάει ερείπια και  θάνατο: «το σπίτι μας ήταν τελικά ο εξώστης του ουρανού από τη σωστή πλευρά του Παράδεισου που χώλαινε όλες τις χιλιετίες». Αυτό το σπίτι που κάποτε κατοικήθηκε από τα αβυσσαλέα μάτια του Μπλέηκ και το σώμα της Λίλιθ, της Εύας ή της κοιμισμένης Παναγιάς, μοναχικό στη μέση της θάλασσας και της έρημης χώρας, ψίχουλο σταθερότητας στην κινούμενη άμμο των εναλλασσόμενων αισθημάτων και αισθήσεων, μετεωρίζεται κι αυτό σ’ ένα τοπίο ανάπηρο, όπως και τα αντικείμενα που το στοιχειώνουν: «Δίπλα στο γραφείο μου / υπάρχει μια φωτογραφία σου / την ποτίζω αργά και στάζει / στάζω κι εγώ μέσα της…» 

Λιτότητα λόγου που κατορθώνει με τρόπο μοναδικό να οικοδομήσει μια ιδιάζουσα ιερότητα, στα όρια της θρησκευτικότητας: «Με σένα / επισκεύασα μέσα μου / το πρόσωπο του θεού / σε όλες τις θρησκείες / ευλογήθηκα / όταν σε κοίταξα για πρώτη φορά…»  Το πνιχτό δέος απέναντι στη γυναίκα που ήταν ο κόσμος, τη Μαρία που υπήρξε ή δεν υπήρξε, μεταμορφώνεται αέναα σε τρομακτική γενναιότητα, μπροστά στο κάτοπτρο που εικονίζει το ανεστραμμένο είδωλο: «Να θυμηθώ / να σ’ αγαπήσω καλύτερα / στο τέλος /  και του επόμενου κόσμου.»

Αυτό είναι το καθήκον που προτάσσει απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό ο ποιητής. Η συγχώρεση ως καθήκον, αδιαμφισβήτητη συνθήκη της Αγάπης, με τον τρόπο που θα την προσδιόριζε ο Κρισναμούρτι. Βαριά υποθήκη ζωής, έως τον «ανήλεο χρόνο», για να θυμηθούμε την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ.
«Ρώτησα μετά τον πατέρα μου / γιατί δεν με γέννησες εσύ / γιατί δεν βγήκα από μέσα σου / σαν ζεστό δέντρο / και ο πατέρας μου μού είπε / δεν υπάρχει απάντηση / σε μια ζωή που βασίζεται / στην αδικία του συντελεσμένου»

Εν τέλει, αυτός θα μπορούσε να είναι, από μόνος του, κι ένας ορισμός της ποίησης: Η ποίηση σαν μια διαρκής προσπάθεια καταγραφής της αδικίας του συντελεσμένου.


 
ΜΑΡΙΑ ΜΑΝΔΑΛΟΥ
Καθημερινή της Κυριακής