Θεωρώ χρέος μου λοιπόν
να εξηγήσω την εξήγησή σας. Αλλά πώς άραγε; νιώθω μια κάποια αμηχανία – με στόμφο,
μελοδραματικά, με χλιαρή εξομολόγηση, ωμά; Εσείς στο βάθρο ή στον βόθρο σας
–πάντα μπερδεύω μαζί σας τα χαμηλά και τα ψηλά– με ευφυΐα και ακρίβεια έχετε
εξελιχθεί σε δόκανο εκλεπτυσμένης αναπαύσεως· πολύ συχνά άλλωστε μιλάει ο
δόκτωρ Τζάσμιν για τους ανθρώπους που, μες σε ζοφερή αδράνεια, φλερτάρουνε
σκιές που τους αντανακλούνε δίχως κόστος κι επ’ αόριστον. Αυτή την εντύπωση
δίνετε κι εσείς τουλάχιστον σ’ εμένα, αφού σκέπτομαι περισσότερο απ’ ό,τι βλέπω
και βλέπω λιγότερο από αυτό που αισθάνομαι. Σας έχετε δει μήπως ποτέ μες σε καθρέφτη που και αυτός με τη σειρά του
καθρεφτίζεται σ’ άλλον καθρέφτη; Αλίμονο, το είδωλό μας ανάγεται στο άπειρο,
ώσπου χιλιάδες είδωλα τρομοκρατούν το πρότυπό τους, που μάταια ψάχνει τον
χαμένο εαυτό του. Με τέτοιο βλέμμα νομίζω ότι πεθαίνουμε.
Αχ, πώς στραμπουλίζετε τα μάτια σας, αγαπητέ μου, όταν έρχομαι στο
ταχυδρομείο, για να σας παραγγείλω γραμματόσημα! Είστε απαίσιος εσείς ή μήπως
είμαι τρελή εγώ; Προσωπικά, πιστεύω πως είστε υπέρμαχος της αναισθησίας, και
διορθώστε με, αν κάνω λάθος. Σας προδίδει το βλέμμα που ρίχνετε αδικαιολόγητα
προς αδιάφορα, σε κάθε περίπτωση, αντικείμενα. Απαντήστε μου! τι έχουν πια τα
γάντια μου και ξερογλείφεστε μ’ αυτό το αμάλγαμα λαιμαργίας, μνησικακίας και
ειρωνείας, όταν τα κοιτάτε;
Επιτρέψτε μου να σας μιλήσω ως μοντελίστ και να σας υπενθυμίσω πως η
λεπτομέρεια εμπλουτίζει τις αισθήσεις με το ωφέλιμο, καθόλου, όμως, με το
αναγκαίο, και ότι με αυτόν τον τρόπο όχι μόνο ολοκληρώνει, αλλά και εγγυάται
επ’ αόριστον την αναζήτηση της ομορφιάς, ειδικά όταν στραβώνει σ’ ένα μικρό
τσακ που είναι κακομούτσουνο. Ο δόκτωρ Τζάσμιν λέει πως η υπερβολική ομορφιά
μπουκώνει και απωθεί, διότι είναι πάρα πολύ ανεπαρκής στην τελειότητά της για
την ατελή μας φύση· δεν είναι πλέον ομορφιά, για να την επιθυμούμε. Πέστε μου,
λοιπόν, τι βλέπετε ή τι φαντάζεστε
επιτέλους πως έχουν τα γαντάκια μου, και τα κοιτάτε μ’ αυτόν τον τρόπο δίχως να
μιλάτε; Όταν το ανέφερα στον Τζάσμιν, έσκασε στα γέλια, του φάνηκε αστείο, δες,
Φρίντα, πώς συμπίπτουν δύο ψευδείς πραγματικότητες εκεί όπου η φαντασία
διαψεύδει τα συμβάντα χωρίς να τα ακυρώνει κι εκεί όπου τα ακυρώνει δίχως να τα
διαψεύδει. Κι αυτό είναι παγίδα, απ’ ό,τι κατάλαβα εγώ. Κοιτάτε τα γάντια μου,
αλλά σπανίως μου λέτε καλημέρα! Αχ, μια τρέλα, τρέλα, αυτή η αμφίβια τρέλα
επικράτησης ενός πνιγμένου στη στεριά! Κι έτσι, χαζούλη, το βάζετε στα πόδια. Res; Είμαι ένα res! που θα ’λεγε και
ο πάστορας. Φαντάζεστε ότι, επειδή φοράω γάντια, αυτό με κάνει ακαταμάχητη;
Φαντάζεστε ότι είμαι ένας θηλυκός Ζορό! Bγάλτε τότε κι εσείς το ξίφος σας, χαζούλη!
Εμπρός! Πιστεύετε άραγε στην πληρότητα της λεπτομέρειας ή έχετε
ψευδαισθήσεις; Σας μιλώ για τα γαντάκια μου, γι’ αυτήν τη λεπτομέρεια που
ανατρέπει τις συμβάσεις χωρίς να γίνεται προκλητική, αλλά την ίδια ακριβώς
στιγμή γίνεται καινοτόμος χωρίς κανένα ίχνος ανταρσίας. Κι εσείς που είστε του
δημοσίου, συμβατικούλης, ντροπαλούλης, το εκτιμάτε, όπως και να ’χει. Ναι;
Ιφιγένεια Σιαφάκα
ΛΕΥΚΟ
ΑΠΟ ΧΘΕΣ
εκδ. Σμίλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου