Πέδρο Χουάν Γκουτιέρες
Ο βασιλιάς της Αβάνας
μτφρ.: Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη
εκδόσεις Μεταίχμιο, σ. 260, 16,08 ευρώ
Το να κάνει κανείς το Κακό για το Κακό σημαίνει ακριβώς να κάνει ολότελα συνειδητά το αντίθετο από κείνο που ο ίδιος εξακολουθεί να δέχεται σαν το Καλό. Σημαίνει να θέλει κανείς αυτό που δεν θέλει -αφού εξακολουθεί να αποστρέφεται τις δυνάμεις του Κακού- και να μη θέλει αυτό που θέλει - αφού το Καλό συνεχίζει να καθορίζεται ως το αντικείμενο και ο σκοπός της μύχιας βούλησης.
Jean Paul Sartre
Ο ΠΕΔΡΟ ΧΟΥΑΝ ΓΚΟΥΤΙΕΡΕΣ θα προτιμούσε να είχε ένα μπαρ ή να σέρβιρε κάπου μπίρα στην παραλία, έχοντας αφήσει γενειάδα. Τα βιβλία όμως κουρνιάζουν μέσα του, κρύβονται, κάθε τόσο όλο και κάποιο ξεπροβάλλει. Εμφανίζονται πρώτα τα μαλλιά, μετά τα αυτάκια. Αυτός αρχίζει και τραβάει απαλά, μέχρι να βγεί ολόκληρο το βιβλίο απ' τα εντόσθιά του. Το ξεπλένει, το καθαρίζει και το παραδίδει στον εκδότη του. Η ενδοχώρα της Κούβας βρίσκεται κάτω απ' τη μύτη του συνεχώς, δίπλα στο κομοδίνο του, μέσα στο σώμα της γυναίκας που ερωτεύεται. Εικονογραφεί συνεχώς τον λαό του, γιατί έτσι αντιλαμβάνεται τον εαυτό του καλύτερα. Βγάζει τις φωτογραφίες του και φεύγει. Μέχρι κάποιο άλλο κομμάτι της νύχτας, κάποιο άλλο τμήμα της λεωφόρου, κάποιο άλλο σημείο του γυναικείου κορμιού μιας χινετέρας να κεντρίσει ξανά το ενδιαφέρον του.
Αυτό το πέμπτο κατά σειρά βιβλίο του που εκδίδεται από το Μεταίχμιο, είναι ακόμα μία επικράτηση των ωμών λέξεων, ακόμα ένα παράδειγμα απροκάλυπτης πρόζας, ακόμα μια δέσμη εικόνων, σαν για να εξορκιστεί το Κακό που φωλιάζει πάνω απ' τον Τροπικό του Καρκίνου. Ο Πέδρο Χουάν Γκουτιέρες είναι ένας μεγάλος συγγραφέας, που ξέρει να γράφει όπως ένας άλλος βουρτσίζει τα δόντια του. Τόσο απλά.
Το 1514 ο Ντιέγκο Βελάσκες ντε Λεόν θεμελίωσε την πόλη Αγιος Χριστόφορος της Αβάνας σε μια υγρή και ανθυγιεινή περιοχή. Αυτό τον ανάγκασε να τη θεμελιώσει εκ νέου, πέντε χρόνια αργότερα, μερικά χιλιόμετρα μακρύτερα, εκεί όπου βρίσκεται σήμερα ο όρμος της Αβάνας. Επί πολλούς αιώνες ορμητήριο πειρατών κάθε εθνικότητας, η Αβάνα κατάφερε να εξελιχθεί, υπό την κατοχή των Ισπανών, στις αρχές του 1800 σ' ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα του κόσμου, συναγωνιζόμενη το Ρίο Ντε Τζανέιρο και τη Νέα Υόρκη. Το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, ως προτεκτοράτο των ΗΠΑ, «ευημερούσε» με προέδρους διορισμένους απ' ευθείας απ' την Ουάσιγκτον, με τελευταίο τον δικτάτορα Μπατίστα, ο οποίος ανατράπηκε από το επαναστατικό απελευθερωτικό κίνημα του Φιντέλ Κάστρο το 1959. Εκτοτε η Κούβα, με τον οικονομικό αποκλεισμό και το σκληρό εμπάργκο των Αμερικανών, άλλαξε πρόσωπο. Εγινε «μητέρα» της Επανάστασης, δεύτερη πατρίδα του Τσε, ορίστηκε ως ο τόπος που σχεδόν αυτόκλητα υπερασπιζόταν το δικαίωμα στην ελευθερία και στην αυτοδιάθεση: Μια χώρα εξαντλημένη από την ιστορία της, ρημαγμένη, αμετροεπής, όμως μαγική και ερωτική ώς το κόκαλο.
Σε αυτή την πόλη έζησε και περπάτησε ο Πέδρο Χουάν Γκουτιέρες (1950). Ανάμεσα στον ποταμό Αλμεντάρες και στην περιοχή του Μιραμάρ. Στην είσοδο του όρμου όπου βρίσκεται το λιμάνι, βόρεια της πόλης της Αβάνας, εκτείνεται σε μήκος οκτώ χιλιομέτρων η περίφημη λεωφόρος Μαλεκόν. Εκεί ξετυλίγονται οι ιστορίες του. Ιστορίες με πόρνες, ζητιάνους, αλήτες, μεθυσμένους που ζουν σε εγκαταλειμμένα κτήρια, εγκαταλειμμένοι απ' όλους, χωρίς αύριο. Μόνο με ένα μπουκάλι φτηνό ρούμι, για ώρα ανάγκης. Είναι πεινασμένοι, στα πρόθυρα του θανάτου. Επιμένουν όμως να αγωνίζονται για να ζήσουν ακόμα μία μέρα. Να αγαπήσουν και να αγαπηθούν. Οπως οι άλλοι. Στην Πλάσα δε Αρμας της Αβάνας η παρέλαση των απόκληρων είναι ένα γεγονός που εξαντλεί το βλέμμα.
Η πεζογραφία του Γκουτιέρες γίνεται ολόκληρη ένα μάτι για να προλάβει να καταγράψει τις σκηνές, να αποτυπώσει όσα συμβαίνουν στον δρόμο. Καθοδηγεί την τρομπέτα που παίζει σάλσα, ρούμπα, σον, με απίστευτο κέφι. Ανάβει ένα πούρο για να γιορτάσει τη φτώχεια. Ο εξοικειωμένος με τον βρόμικο ρεαλισμό αναγνώστης αντιλαμβάνεται εύκολα -όπως και στον Μπουκόβσκι ή στον Κάρβερ- ότι κάτω από τη σφοδρότητα του προφορικού λόγου, αυτή την αφτιασίδωτη και στεγνή γλώσσα που κινείται στα όρια της πορνογραφίας, φωλιάζει μια τρυφερότητα που αναζητείται. Και μέσω του σεξ, που μπορεί να είναι απόγνωση, απελπισία, δραματουργικό υλικό, αλλά σε καμία περίπτωση ελαφρότητα, επιτυγχάνει να την προσεγγίσει. Ο ίδιος έχει ομολογήσει ότι το σεξ στα βιβλία του λειτουργεί όπως το έγκλημα σε ένα καλό αστυνομικό μυθιστόρημα: είναι ένα όχημα που απλώς οδηγεί την εξέλιξη της μυθιστορηματικής πλοκής. Ενα ακόμα όχημα.
Στον
Βασιλιά της Αβάνας ο λογοτεχνικός στοχασμός και η θαμμένη ποιητικότητα τού Ο έρωτας νοστάλγησε την Κούβα (Μεταίχμιο, 2003), όπως και η αστραφτερή, κοφτή πρόζα των διηγημάτων της
Βρόμικης τριλογίας της Αβάνας (Μεταίχμιο, 2006), έχουν υποχωρήσει για να δώσουν τη θέση τους στην αγωνία του θανάτου. Ο θάνατος παραμονεύει παντού μέσα στις σελίδες του βιβλίου. Είναι πάνω απ' το κεφάλι του ήρωα συνεχώς. Τον προγράφει, αποκαλύπτοντας τις μύχιες σκέψεις του. Λεκιάζει το σώμα του, ενώ τον παρακολουθεί να επιταχύνει την ενηλικίωσή του: Ο κόσμος είναι τρομακτικός. Και ο δεκατριάχρονος Ρέι το ξέρει.
Χάνει μάνα, γιαγιά και αδελφό από ένα καπρίτσιο της μοίρας. Δοκιμάζεται στο αναμορφωτήριο ανηλίκων. Μετά, στον δρόμο. Μπαινοβγαίνει σε διάφορα σολάρ, τα φτωχικά δωμάτια με τις μικρές εσωτερικές αυλές όπου κατοικούν οι μαύροι και οι μιγάδες, προσφέροντας τον αδιάντροπο ανδρισμό του σε περιστασιακά κορμιά, με περιστασιακή μνήμη. Είναι ένας μισθοφόρος του έρωτα. Ερωτεύεται και κοιμάται σαν τα ζώα. Οπου βρει. Μέσα σε θαμνόδεντρα, σε κατεστραμμένα αμαξώματα αυτοκινήτων, σε ξέφωτα. Δεν καταλαβαίνει γιατί να περνάει όλη αυτή την ταλαιπωρία. Δεν καταλαβαίνει γιατί ζει. Ξέρει όμως ότι πρέπει να ζήσει. Να βρεθεί με τους νικητές. Με τους επιζήσαντες αυτού του πολέμου. Γνωρίζει ότι δεν μπορεί να αγαπήσει τον εαυτό του αν πρώτα δεν τον καταδικάσει.
Το ταλέντο του κουβανού συγγραφέα κατασκευάζει έναν αρνητικό ήρωα -απ' τους πιο χαρακτηριστικούς της αστικής μυθιστοριογραφίας- που σχεδόν μπορείς να τον ακουμπήσεις. Αληθινό είναι βέβαια και το Κακό. Και το βρόμικο. Και το άσχημο, που μπορεί να είναι όμορφο. Γιατί το άσχημο είναι το αντίθετο του ωραίου, όχι του όμορφου. Οι ήρωες του Γκουτιέρες είναι όμορφοι - κάνοντας άσχημες πράξεις. Αυτό από μόνο του είναι ένα πρώτο λογοτεχνικό κατόρθωμα. Το δεύτερο και σημαντικότερο είναι ότι σε μια χώρα με μακρά παράδοση στη «λόγια λογοτεχνία», όπως είναι η Κούβα, το έργο του Γκουτιέρες, σχεδόν άγνωστο, αν όχι απαγορευμένο- σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη-, ερεθίζει την εκεί πανεπιστημιακή κοινότητα και τον δήθεν ακαδημαϊσμό της, προκαλώντας ζυμώσεις που ενδεχομένως θα ανανεώσουν εκ βάθρων τις λογοτεχνικές συλλήψεις του μέλλοντος, αφού έρχεται ευθέως σε σύγκρουση με τους θεμελιώδεις κανόνες της κοινωνίας.
Στον Σαντ και στον Μπατάιγ ο χώρος τού ερωτισμού είναι ο κατεξοχήν χώρος της βίας, ο χώρος της παραβίασης. Στον Γκουτιέρες μοιάζει να είναι ένας χώρος που απλώς σε εξοικειώνει με τον θάνατο.
Η απόδοση του κειμένου από τη μόνιμη μεταφράστριά του στην Ελλάδα Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη είναι ένας μικρός άθλος, αφού ο Γκουτιέρες χρησιμοποιεί πολλές ιδιωματικές προτάσεις και εκφράσεις της κουβανέζικης αργκό.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΟΛΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
http://www.enet.gr/?i=news.el.texnes&id=149377